-
1 δια-κρίνω
δια-κρίνω (s. κρίνω), trennen, sondern, absondern, scheiden, auseinanderbringen. Bei Homer stets in dieser ursprünglichen Bedeutung: 1) Activ.: Iliad. 2, 475 ὥς τ' αἰπόλια πλατέ' αἰγῶν αἰπόλοι ἄνδρες ῥεῖα διακρίνωσιν, ἐπεί κε νομῷ μιγέωσιν; Odyss. 8, 195 και κ' ἀλαός τοι, ξεῖνε, διακρίνειε τὸ σῆμα ἀμφαφόων, ἐπεὶ οὔ τι μεμιγμένον ἐστὶν ὁμίλῳ, ἀλλὰ πολὺ πρῶτον; 4, 179 οὐδέ κεν ἡμέας ἄλλο διέκρινεν φιλέοντέ τε τερπομένω τε, πρίν γ' ὅτε δὴ ϑανάτοιο μέλαν νέφος ἀμφεκάλυψεν; besonders Kämpfende auseinanderbringen: Iliad. 2, 387 εἰ μὴ νὺξ ἐλϑοῦσα διακρινέει μένος ἀνδρῶν; 7, 292 ὕστερον αὖτε μαχησόμεϑ', εἰς ὅ κε δαίμων ἄμμε διακρίνῃ, δώῃ δ' ἑτέροισί γε νίκην; 17, 531 καί νύ κε δὴ ξιφέεσσ' αὐτοσχεδὸν ὁρμηϑήτην, εἰ μή σφω' Αἴαντε διέκριναν μεμαῶτε. – 2) Passiv.: Odyss. 9, 220 στείνοντο δὲ σηκοὶ ἀρνῶν ἠδ' ἐρίφων· διακεκριμέναι δὲ ἕκασται έρχατο, χωρὶς μὲν πρόγονοι, χωρὶς δὲ μέτασσαι, χωρὶς δ' αὖϑ' ἕρσαι; Iliad 2, 815 ἔνϑα τότε Τρῶές τε διέκριϑεν ἠδ' ἐπίκουροι; von Kämpfenden: Iliad. 7, 306 τὼ δὲ διακρινϑέντε ὁ μὲν μετὰ λαὸν Ἀχαιῶν ἤι', ὁ δ' ἐς Τρώων ὅμαδον κίε; 3, 98. 102 φρονέω δὲ διακρινϑήμεναι ἤδη Ἀργείους καὶ Τρῶας, ἐπεὶ κακὰ πολλὰ πέποσϑε εἵνεκ' ἐμῆς ἔριδος καὶ Ἀλεξάνδρου ἕνεκ' ἀρχῆς. ἡμέων δ' ὁπποτέρῳ ϑάνατος καὶ μοῖρα τέτυκται, 102 τεϑναίη· ἄλλοι δὲ δια κρινϑεῖτε τάχιστα: zu vs. 102 vgl Scholl. Herodian.; zu vs. 99 Scholl. Aristonic. Ἀργείους καὶ Τρῶας: ἡ διπλῆ περιστιγμένη, ὅτι Ζηνόδοτος γράφει Ἀργεῖοι καὶ Τρῶες, ὡς ἀποστροφῆς τοῦ λόγου γεγονυίας πρὸς αὐτούς. ἔστι δὲ τὸ διακρινϑῆναι διχῶς χωρισϑῆναι· ὁ δὲ Ζηνόδοτος συνήϑως ἡμῖν τέταχεν (»puto pro judicium subire« Lehrs Aristarch. p. 151). – 3) Medium in passiver Bedeutung: Odyss. 18, 149 οὐ γὰρ ἀναιμωτί γε διακρινέεσϑαι ὀίω μνηστῆρας καὶ κεῖνον, ἐπεί κε μέλαϑρον ὑπέλϑῃ; 20, 180 πάντως οὐκέτι νῶι διακρινέεσϑαι ὀίω πρὶν χειρῶν γεύσασϑαι. – Bei den Folgenden: 1) von einander absondern, aus- u. unterscheiden, trennen; οὐδένα Her. 3, 39; διακρινομένη στρατιὴ ἐσχίζετο 8, 34; αἵρεσιν 1, 11; στήμονας συγκεχυμένους Plat. Crat. 388 b; φίλην καὶ ἐχϑράν Rep. II, 376 b; κατὰ γένος Soph. 253 e; Ggstz συγκρίνειν Phaed. 72 c; auch med. so, διακεκρίμεϑα χωρὶς τάς τε καϑαρὰς ἡδονὰς καὶ τὰς ἀκαϑάρτους Phil. 32 a; vgl. 46 b; τὴν κόμην, das Haar scheiteln, Plut. Rom. 15; auch τινός, von etwas, Ap. Rh. 3, 1129. – 2) entscheiden, beurtheilen, λόγον ἀνϑρώπων, ὀρϑᾷ φρενί, Pind. P. 1, 68 Ol. 8. 24; Her. 7, 54; Ἅιδης διακρίνει τοῠτο Ar. Vesp. 763; oft bei Plat., τὴν δίκην Legg. XI, 937 b; διέκρινε καὶ διεξῄει τὰ ἐρωτώμενα Prot. 315 c; ὁπότερος ἀληϑῆ λέγει Lach. 186 e; τὸν νικῶντα χει ροτονίαις Legg. II, 659 b; u. so Folgde. Auch med., διακρινώμεϑα νεῖκος Hes. O. 35. – Pass., bes. aor. διεκρίϑην, getrennt werden, aus einander kommen, Her. 7, 219; ἐκ τῆς ναυμαχίης 8, 18; ἀπ' ἀλλήλων Thuc. 1, 105; aber οὐδὲν ἔτι διεκέκριτο, 1, 49, es wurde kein Unterschied mehr gemacht; einen Streit beilegen; πόλεμος διακριϑήσεται Her. 7, 206; περί τινος Plat. Euth. 7 c; Legg. XII, 956 c; aber auch = in Streit mit Jemand gerathen, kämpfen, μάχῃ πρός τινα Her. 9, 58; ὅπλοις ἢ λόγοις, ausmachen, Dem. 12. 17 (epist. Phil.); περὶ τῶν ὅλων Pol. 3, 111; vgl. 2, 22, 11. 18, 35, 4; abs., sich streiten, Ath. XII, 554 c; – zweifeln, N. T.
-
2 διακρίνω
A- κρῐνέω Il.2.387
, SIG614.8 (ii B.C.):—separate one from another,ὥς τ' αἰπόλια.. αἰπόλοι ἄνδρες ῥεῖα διακρίνωσιν Il.2.475
, cf. Hdt.8.114; part combatants,εἰς ὅ κε δαίμων ἄμμε διακρίνη Il.7.292
, etc.;εἰ μὴ νὺξ.. διακρινέει μένος ἀνδρῶν 2.387
;δ. φιλέοντε Od.4.179
;κρόκην καὶ στήμονας συγκεχυμένους δ. Pl. Cra. 388b
:—[voice] Pass., to be parted, of hair, Plu.Rom.15: more freq. of combatants, διακρινθήμεναι ([dialect] Ep. inf. [tense] aor. 1 [voice] Pass.)ἤδη Ἀργείους καὶ Τρῶας Il.3.98
, cf. 102,7.306, etc.: also in [tense] fut. [voice] Med.,διακρινέεσθαι Od. 18.149
, 20.180;διακριθέντες ἐκ τῆς ναυμαχίης Hdt.8.18
;διακριθῆναι ἀπ' ἀλλήλων Th.1.105
, cf. 3.9; διακρίνεσθαι πρός.. part and join different parties, Id.1.18.b [voice] Pass., to be divorced, Leg.Gort.2.46.2 in Philosophy, separate, decompose into elemental parts, opp. συγκρίνω, chiefly in [voice] Pass., Anaxag.12, cf. Arist.Metaph. 985a28, [Epich.] 245, Pl.Phd. 71b, Prm. 157a, etc.3 ἄστρων διακρίνει φάη σελάνα prob. sets apart, removes, i.e. outshines, B.8.28.II distinguish,καί κ' ἀλαὸς διακρίνειε τὸ σῆμα Od.8.195
; οὐδένα δ. without distinction of persons, Hdt.3.39;οὐχὶ δ. τὴν πενιχρὰν ἢ πλουσίαν Diod.Com.2.8
: [tense] pf. [voice] Pass. in med. sense,διακεκρίμεθα τάς τε καθαρὰς ἡδονὰς καὶ.. Pl.Phlb. 52c
: [tense] plpf. in pass. sense, διεκέκριτο οὐδέν no distinction was made, Th.1.49; distinct, varied,B.
Fr.24.III decide, of judges,ὀρθᾷ δ. φρενί Pi.O.8.24
;δ. δίκας Hdt.1.100
;διὰ δὲ κρίνουσι θέμιστας Theoc.25.46
; also, determine a fever, mark its crisis, Hp. Coac. 137; ἡ νοῦσος μάλιστα διακρίνει ἐν οὐδενί has usually no crisis in any patient, Id.Morb.2.71;δ. αἵρεσιν Hdt.1.11
;δ. εἰ.. Id.7.54
;δ. περί τινος Ar.Av. 719
:—[voice] Med., νεῖκος δ. get it decided, Hes.Op.35;τὸ ζητούμενον Pl.Phlb. 46b
; decide among yourselves,ταῦτα.. ὅπως ποτ' ἔχει δ. D.32.28
:—[voice] Pass., bring an issue to decision,ἐπέεσσί γε νηπυτίοισι ὧδε διακρινθέντε Il.20.212
; αἴ τινι τᾶν πολίων ᾖ ἀμφίλλογα, διακριθῆμεν Foed.[dialect] Dor. ap. Th.5.79;διακριθεῖμεν περί τινος Pl.Euthphr. 7c
; of combatants,μάχῃ διακριθῆναι πρός τινα Hdt.9.58
;πρός τινα ὑπέρ τινος LXXJl.3(4).2
; ὅπλοις ἢ λόγοις διακρίνεσθαι Philipp. ap. D. 12.7;διακρίνεσθαι περὶ τῶν ὅλων Plb.3.111.2
; τινί with one, Ep. Jud.9: abs., PMagd.1.15 (iii B.C.), etc.; alsoπόλεμος διακριθήσεται Hdt.7.206
; of a person, to be judged, Polem.Call.18.VII doubt, hesitate, waver, Act.Ap. 11.12 (s.v.l.): usu. in [voice] Med. and [voice] Pass., μηδὲν διακρινόμενος ib.10.20;μὴ διακριθῆτε Ev.Matt.21.21
, cf. Ep.Rom.4.20.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διακρίνω
-
3 διακρίνω
δια-κρίνω (s. κρίνω), trennen, sondern, absondern, scheiden, auseinanderbringen. (1) Activ.: besonders Kämpfende auseinanderbringen. (2) Passiv.: von Kämpfenden. (3) Medium in passiver Bedeutung. Bei den Folgenden: (1) von einander absondern, aus- u. unterscheiden, trennen; τὴν κόμην, das Haar scheiteln; auch τινός, von etwas. (2) entscheiden, beurteilen. Pass., bes. aor. διεκρίϑην, getrennt werden, auseinanderkommen; aber οὐδὲν ἔτι διεκέκριτο, es wurde kein Unterschied mehr gemacht; einen Streit beilegen; aber auch = in Streit mit j-m geraten, kämpfen; ὅπλοις ἢ λόγοις, ausmachen; abs., sich streiten; zweifeln -
4 ἐν
ἐν, p. ἐνί, Il. 13, 608 u. öfter, Soph. Tr. 6 (s. unten), u. εἰν, Od. 1, 162 u. öfter, Soph. Ant. 1226, wo man an das ep. εἰν Ἀΐδαο δόμοισιν erinnert wird; auch εἰνί, Il. 8, 199 Od. 9, 417; Eur. Heracl. 893. Sein od. Verweilen in, an, auf Etwas. – 1) vom Orte u. zwar – a) am gewöhnlichsten innerhalb eines Raumes, in, ἐν νήσῳ, ἐν δώμασιν u. ä., Hom. u. Folgde überall; τίς. ἔνδον ἐν δόμοις Aesch. Ch. 643; ἐν οἴκοις ἢ 'ν ἀγροῖς Soph. O. R. 112; ἐν ξένᾳ, in der Fremde, Phil. 135. – Wie bei εἰς wird οἶκος oft ausgelassen. ἐν Ἅιδου, von Hom. an überall, πολλὰ δ' ἐν ἀφνειοῠ πατρὸς κειμήλια κεῖται Il. 6, 47; ἐνὶ Κίρκης ἔρχαται Od. 10, 282; vgl. 7, 132; ἐν ἀνδρὸς εὐσεβεστάτου τραφείς Eur. I. A. 926; ἐν παιδοτρίβου καϑίζειν Ar. Nub. 972; ἐν Πυϑίου Thuc. 6, 54, wie Plat. Gorg. 472 a; ἐν Ἀρίφρονος ἐπαίδευε, ἐν κιϑαριστοῠ, ἐν διδασκάλων, Prot. 320 a Theaet. 206 a Alcib. I, 110 a; τὸ χωρίον τὸ ἐν γειτόνων Dem. 53, 10, woran sich auch ἐν αὑτοῦ reiht, Ar. Vesp. 642; Plat. Charm. 155 d, s. unten 6. – b) auf, ἐν ἵπποις, ἐν ϑρόνοις, Hom., Aesch. Ch. 969; ἐν σάκει, Spt. oft; ἐν ϑαλλοῖς συγκατῄϑομεν Soph. Ant. 1186; ἐν στιβάσι κείμενοι Xen. An. 5, 9, 4; ἐν τῇ γῇ, ἐν τῇ ϑαλάττῃ ἄρχειν, 6, 4, 13; ἐν τῷ δεξιῷ, auf dem rechten Flügel, 1, 8, 5; ἐν τοῖν ὀβολοῖν ϑεωρεῖν, auf dem Zwei-Obolenplatz, Dem. 18, 28; ἐν τοῖς στεφανώμασιν, auf dem Kranzmarkt, Ar. Eccl. 303 u. Phereer. Ath. XV, 658 b, wie ἐν τῷ μύρῳ, in dem Salbenladen, Ar. Eq. 1371 u. Polyzel. Schol. Ar. Plut. 550; ἐν τοῖς ἰχϑύσιν, auf dem Fischmarkt, Antiphan. Ath. VII, 287 e. – c) das Daransein, die unmittelbare Nähe ausdrückend; ἐν οὐρανῷ, am Himmel, Il. 8, 555; ἐν ποταμῷ, am Flusse, 18, 521 Od. 5, 466; ἐν τόξῳ, ἐν ξίφει, ἐν ῥυμῷ, ἐν χρῷ, s. χρώς; ἐν πέτροισι πέτρον ἐκτρίβων, daran reibend, Soph. Phil. 295; χεῖρας αἱμάξαι ἔν τινι Ai. 448; τἂν ποσίν, das vor den Füßen, das Gegenwärtige, Ant. 1309, vgl. τὰ ἐν μυχοῖς 1279. Aber ἐν τοῖς δένδροις ἑστάναι = zwischen den Bäumen, Xen. An. 4, 7, 9; u. ἀνάπαυλαι ἐν τοῖς δένδρεσίν εἰσιν σκιαραί = unter, Plat. Legg. I, 625 b; ἐν τῷ λιμένι Xen. An. 6, 2, 1; oft ἐν τῷ Πόντῳ, am Pontus. Bes. seit Her. ἐν Κύπρῳ ναυμαχεῖν, 5, 115, von Schlachten, die bei einem Orte, im Gebiete desselben geliefert werden, Thuc. u. Folgende; so ἐν Κορωνείᾳ κινδυνεύειν Xen. An. 5, 3, 6; ἡ ἐν Τροίᾳ μονή, vor Troja, Plat. Crat. 395 a; u. sehr gew. οἱ ἐν Μαραϑῶνι, die Kämpfer bei Mar. oder die dort Gebliebenen, Thuc. 2, 34; Selten so von Personen, παρέσται ἐν πόσει, Eur. El. 641; προξένων ἔν τῳ κατέσχες Ion 365, vgl. Heracl. 757. – d) auch bei Verbis, die eine Bewegung ausdrücken, um die Erreichung des Zieles u. das Verweilen daselbst anzudeuten. Schon Hom. oft ἐν κονίῃσι πέσε, ἐν χερσὶ πεσεῖν u. ä., ἐν χείρεσσι λάβ' αἰγίδα Il. 15, 229, ἐν Τρωσὶν ὄρουσαν 16, 258, λέων ἐν βουσὶ ϑορών 5, 261, ἐν ἀμφιφορεῦσιν ἄφυσσον Od. 2, 349, ἐν τεύχεσι δύνειν Il. 23, 131, ἂν δ' ἔβαν ἐν δίφροισι 132; κάββαλ' ἐνὶ πόντῳ Hes. Th. 189; τοιαῦτ' ἀκούων ἐν φρεσὶν γράφου Aesch. Ch. 443, wie ἐνὶ φρεσὶν βάλλω, Hom.; ἐλπίδας κατῴκισα ἐν αὐτοῖς, habe ich in ihnen erweckt, Aesch. Prom. 250; ἵζει μάντιν ἐν ϑρόνοις Eum. 18. Bes. bei τίϑημι, πίπτω u. ä., ἐνμέσῳ τίϑημι, ἐν δώμασι πιτνών, Aesch. Ch. 36. 143; ἐν πέδῳ βαλῶ Ag. 1145; ἐν τάφῳ ϑεῖναι Soph. Ant. 499; ἐν ποίμναις πιτνών, ἐν βουσὶ πεσών, Ai. 184. 367; ἐν μέσῳ σκάφει ϑέντες Trach. 800; ἐν δ' ἐμῷ κάρᾳ ϑεὸς ἔπαισεν Ant. 1258; auch in Prosa, ἐμπίπτειν ἐν Thuc. 7, 87; ἐν ἀπορίᾳ ἐνε-πεπτώκεισαν Plat. Euthyd. 292 e; ἐν τῇ γῇ καταπεφευγέναι Thuc. 4, 14; ᾤχοντο δ' ἐν τοῖς ὀχυροῖς καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἐν τούτοις ἀνακεκομισμένοι ἦσαν Xen. An. 4, 7, 17; in welchen Beispielen das perf. zu beachten; ἐν μέσοις ἀναμεμιγμένοι τοῖς Ἕλλησιν 4, 8, 8; ὡς ἐν ἐχυρωτάτῳ ποιεῖσϑαι, an den sichersten Ort bringen, Cyr. 1, 6, 26. Auffallender ἐν Ἀμβρακίᾳ ἀπῄεσαν, ἀποστελοῠντες ἐν Σικελίᾳ, Thuc. 4, 42. 7, 17, wie ἡ ἐν τῷ Πειραιῷ τῶν νεῶν καταφυγή 8, 11; ὁ ἐν Σικελίᾳ πλοῦς Lys. 19, 43; ῥιπτοῠντες σφᾶς ἐν τῇ ϑαλάττῃ Arr. An. 1, 19, 3; Sp., häufig geradezu für εἰς, wie διαβάντες ἐν Σάμῳ Paus. 7, 4, 3. – Bei den Doriern steht ἐν für εἰς, dah. c. acc. bei Pind. P. 2, 11. 86. 5, 38 N. 7, 31. – 2) auf Menschen übertr., – a) unter; ἐν πρώτοις μάχεσϑαι Il. 9, 709; ἐν προμάχοισι φανείς 3, 31; κλέος ἐσϑλὸν ἐνὶ Τρώεσσιν ἀρέσϑαι 17, 16; οἴη ἐν ἀϑανάτοις 1, 398; νεῖκος ἐν ἀϑανάτοισιν ὄρωρεν 24, 107; ἐν δὲ τῇσι (βουσὶ) νομεύς 15, 632; ἄρχειν, ἀνάσσειν ἐν πολλοῖς, unter vielen, 13, 689 Od. 19, 110; φῦλον ἐν ἀνϑρώποισι ματαιότατον Pind. P. 3, 21. So oft Tragg.; ἄτιμος ἐν ϑεοῖς Aesch. Eum. 691 (vgl. Soph. O. R. 215 Xen. An. 7, 7, 501; τὰ ἐν βροτοῖς πήματα Prom. 440; ἐν πρώτοις ἕπει Soph. El. 28; Prosa, ὄνομα μέγιστον ἐν πᾶσιν ἀνϑρώποις ἔχειν Thuc. 2, 64; ἐν ϑεοῖς καὶ ἀνϑρώποις Plat. Legg. IX, 879 b; ἐν πᾶσιν εὐδόκιμοι τοῖς Ἕλλησιν, bei, I, 631 c; vgl. Prot. 337 b 343 c; μνήμην παρέχειν ἔν τισι Xen. An. 6, 3, 24; bes. λέγειν, νομίζειν, καταριϑμεῖν, λέγεσϑαι ἐν, dazu, darunter rechnen, Aesch. Prom. 975 Eur. Herc. Fur. 175 Plat. Polit. 266 a Xen. An. 1, 6, 1 Hem. 2, 2, 1; – οἱ ἐν γένει, die Verwandten, Soph. O. R. 1430. – Auch von Dingen, ἐν ἐλπίσι τρέφω Soph. Ant. 888. – b) bei λέγειν u. ä. geht es in die Bedeutung vor, in Gegenwart über; ἐν ὑμῖν ἐρέω Il. 9, 528; ἐν πᾶσι, in Gegenwart aller, Od. 2, 194. 16, 378; ἐν τῷ δήμῳ Plat. Rep. VIII, 565 b; ἐν μάρτυσι Conv. 175 e; nach λέγειν ἐν τῷ δικαστηρίῳ, Antiph. 6, 24, auch ἐν τοῖς δικασταῖς, ibd. 23; Is. 2, 4; Dem. 8, 1. 27; κατηγορεῖν Plat. Legg. X, 886 e; sehr gew. ἐν εἰδόσι μακρηγορεῖν u. ä., Thuc. 2, 26, wohin auch ἐν νομοϑέταις ϑέσϑαι, λύειν νόμον gerechnet werden kann, Dem. 3, 10. 2433, wie ἐν ὑμῖν (vor, bei euch, den Richtern) πειράσομαι τῶν δικαίων τυχεῖν 40, 3. – Aehnl. δεῖξαι ἐν Ἀργείοις μέσοις Soph. Phil. 626, vgl. 1053; εἰ τάδ' έστὶν ἐν ϑεοῖς καλά, wenn das vor den Göttern recht ist, Ant. 916. – c) bes. zu bemerken ist ἐν τοῖς beim superlat., wobei man von Stellen ausgeht, wie πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα οἱ λόγοι ὑμῶν καλὰ ἔχουσιν, ἐν δὲ τοῖς καὶ τοῦτο μεγαλοπρεπέστερον, Plat. Euthyd. 303 c, wo es deutlich unter diesem Guten ist; ὃ δὴ δοκεῖ ἐν τοῖς μεγίστοις μέγιστον εἶναι Crat. 427 e; τοῦτό μοι ἐν τοῖσι ϑειότατον φαίνεται γίγνεσϑαι Her. 7, 137; häufig Thuc., z. B. ἐν τοῖς πλεῖσται δὴ νῆες, ἐν τοῖς πρώτη ἐγένετο, 3, 17. 82; Plat. ἣν ἀγγελίαν ἐγώ, ὥς μοι δοκῶ, ἐν τοῖς βαρύτατα ἂν ἐνέγκοιμι Crit. 43 c; am häufigsten ἐν τοῖς μάλιστα, z. B. Thuc. 8, 90 Plat. Theaet. 186 a. Aehnl. ἐν πᾶσι, vor Allen. – 3) an 1 c) schließt sich die Bdtg des Umgebenseins von Etwas, οὐρανὸς ἐν αἰϑέρι καὶ νεφέλῃσι, der Him-mel in Lichthelle u. Wolkenumhüllung, Il. 15, 19. Bes. – a) von Kleidern, Waffen u. dgl.; ἐν ῥινῷ λέοντος στάς Pind. I. 6, 53; χαλκέοισι δ' ἐν ἔντεσι Ol. 4, 22; ἐν πεπλώματι Soph. Tr. 610; ἐν τρισὶ μορφαῖσιν ibd. 10; κἂν τοῖςδε κόσμοις καταγελωμένη Aesch. Ag. 1244; ὑφαντοῖς ἐν πέπλοις κείμενος 1562; ἐν ῥακίοις περιειλόμενος Ar. Ran. 1093; ἐν ἐσϑῆσι Her. 2, 159; ὀξυπρώροισι βρέμων ἐν αἰχμαῖς Aesch. Prom. 422; in Prosa oft; ἐν ὅπλοις εἶναι Her. 1, 13; Thuc-6, 74; ἐξέτασιν ἐν ὅπλοις ποιεῖσϑαι, γενέσϑαι, Xen. Cyr. 2, 4, 1 An. 5, 3, 3; Mem. 3, 9, 2. Vgl. ἐν κανοῖς, mit Körben, Dem. 59, 78; u. bei Luc. ἐν πώγωνι, ἐν γενείῳ βαϑεῖ, Salt. 5; auch ἐν μαλακοῖς ἠμφιεσμένον, Hatth. 11, 8, womit ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὑτοῠ zu vgl., 6, 29; ἐν ἐξωμίσι φαύλαις Ael. V. H. 9, 34. – Aehnl. ἐν μεγάλοις φορτίοις βαδίζειν, unter schweren Lasten, Xen. Cyr. 2, 3, 14; δένδρα ἐν καρποῖς, mit Früchten, Long. past. 1, 11. – b) von Banden u. Fesseln; ἐν δεσμῷ δῆσαι Il. 5, 386; Od. 12, 54; ἐν ἐλλεδανοῖσι δέεσϑαι Il. 18, 553; ἔζευξα πρῶτος ἐν ζυγοῖσι κνώδαλα Aesch. Prom. 460; ἄνδρα πεδήσασα ἐν πέπλῳ Eum. 604; ἐν βρόχῳ ϑανεῖν Ch. 550; ἐν ξύλῳ δήσας Ar. Equ. 393. 702; ἐν πέδαις δεδέσϑαι Xen. An. 4, 3, 8. – c) Aehnlich ist, wo es zum Theil mit dem instrumentalen dat. zusammenfällt, ἐν χεροῖν λαβεῖν, κατέχειν, Soph. O. R. 912 O. C. 1696; οὐ κόμπον ἐν χεροῖν ἔχων Aesch. Spt. 455; woran sich reihen ἐν παλάμῃσι κατέκταϑεν ὀξέϊ χαλκῷ Il. 5, 558, vgl. 7, 105 (aber ϑανέειν ἐν χερσὶν ἐμῇσι, 22, 426, ist = in meinen Armen); ἀγαναῖσιν ἐν χερσὶν ἐδάμασσε πώλους Pind. P. 2, 8; ἐν ξέναισι χερσὶ κηδευϑείς, ἐν φίλαισι χερσὶν ἐκόσμησα, Soph. El. 1128. 1130; so bei Thuc. oft, γενομένης δ' ἐν χερσὶ τῆς μάχης, als es zum Gefecht kam, 6, 70, wo der Schol. bemerkt: nachdem die Schleuderer aufhörten; ἦν ἡ μάχη κρατερὰ καὶ ἐν χερσὶ πᾶσα 4, 43; so ἐν χερσὶν εἶναι, γίγνεσϑαι, 3, 108. 7, 5; ἀποκτείνειν 3, 66 u. ä., s. χείρ; – ἐν ὠσὶ νωμᾶν καὶ φρεσὶν πυρὸς δίχα χρηστηρίους ὄρνιϑας Aesch. Spt. 25; ἐν τοῖσιν ὠσὶ δάκνει Soph. Ant. 317; ἐν ὄμμασιν ὁρᾶν 760, nie Il. 3, 306 Od. 10, 385; ἐν ὄμμασιν φαίνεται Aesch. Pers. 596; Ag. 863; ἐν ὀφϑαλμοῖς ἔχειν, vor Augen, Xen. An. 4, 5, 29; ἔργον ἐν κύβοις Ἄρης κρινεῖ, vermittelst der Würfel, Aesch. Spt. 396; ἐν κώπαισι πλεῖν, Ggstz zur Segelfahrt, Men. bei Stob. fl. 59, 9; ἐν ἐπιστολαῖς ἴστε Thuc. 7, 11; ἐν ποτηρίοις πίνειν Xen. An. 5, 9, 4; vgl. Luc. merc. cond. 26 D. D. 6, 2; ἡ ἐν αὐλοῖς μουσική Ephipp. Ath. XIV, 617 f; ἐν μέτρῳ μετρεῖν, ἐν κρίματι κρίνειν, Hatth. 7, 1; ἐν τοῖς ποσὶν καταπατεῖν ib. 6, u. ä. oft im N. T. u. bei a. Sp.; – ἐν στρατιᾷ καταστρέψασϑαι Xen. Cyr. 8, 6, 20; ἐν λόγοις κοσμεῖν Dem. 20, 141, wie πείϑειν Soph. Phil. 1393; Plat. Legg. II, 660 a; ἐν ὄψει διαγιγνώσκειν, ἐν ἀκοῇ, Theaet. 206 a; pleonastisch scheint ἐν τιμῇ σέβειν Aesch. Pers. 162; ἐν μιᾷ πληγῇ κατέφϑαρται ὄλβος, mit einem Schlage, 247; ἐν λόγῳ πεύϑομαι Ch. 668; ἐν ϑανάτῳ ἀπόλλυσϑαι Plat. Phaed. 95 d; στάζειν ἐν αἵματι Eur. Bacch. 1163; sp. D., wie ἐν ὄμμασιν αὐδᾷ Hel. 13 (XII, 63). So sagen Gramm. ψάλια ἐν τῷ α Ἀττικοί, διὰ τοῦ ε Ἕλληνες, Moeris p. 214, 6, mit einem Buchstaben schreiben. – 4) Von der Zeit, in, in nerhalb; ἐν ἡμέρῃ, in einem Tage, Her. 1, 126; ἐν πολλῷ χρόνῳ Aesch. Ag. 537; oft in Prosa, wie Plat. Phaed. 58 b; ἐν τρισὶν ἡμέραις Xen. An. 4, 8, 8; Mem. 3, 13, 5; ἐν εἰρήνῃ, ἐν σπονδαῖς, während des Waffenstillstandes, Thuc. 2, 5. 3, 13; ἐν τῇ μονῇ Xen. An. 5, 1, 5, u. Aehnliches öfter, bes. ἐν καιρῷ. Dah. ἐν τούτῳ, ἐν ᾧ, unterdeß, während welcher Zeit, von Her. 6, 89 Thuc. 7, 29 an häufig; ἐν τῷ αὐτῷ, in derselben Zeit. – 5) Von jedem Zustande, in dem man sich befindet, sowohl äußerlich als innerlich, wie ἐν πολέμῳ, ἐν ἀγῶνι, ἐν ἔργῳ; χαίρετ' ἐν κακοῖς ὅμως Aesch. Pers. 826, der auch ὑβρίζειν διδαχϑεὶς ἐν κακοῖς so vrbdt, Ag. 1594; Eum. 266. Aehnl. ἐν ἀφϑόνοις βιοτεύειν, στρατοπεδεύειν, Xen. An. 3, 2, 25 Cyr. 5, 4, 40; vollständiger ἐν ἀφϑόνοις τοῖς ἐπιτηδείοις διαχειμάσαι An. 7, 6, 31, bei; vgl. τρέφεται ϑαλίῃ ἐνὶ πολλῇ Il. 9, 143; ἐν βολίτοις τρέφειν Ar. Ach. 990; ξενύδρια ἐν προσφάτοις ἰχϑυδίοις τεϑραμμένα Men. Ath. IV, 132 e, vgl. ζήσεται ἐν παντὶ ῥήματι Matth. 4, 4; Uebertr., ἐν φιλότητι, ἐν πένϑεϊ, ἐν δοιῇ Il. 7, 302. 9, 230. 22, 483; oft bei Attikern. ἐν φόβῳ, ὀργῇ εἶναι u. ä.; ἐν ἡδονῇ ἐστίν οἱ, mit folgdm acc. c. inf., es ist ihm ein Vergnügen, Her. 7, 15; ἐν αἰτίᾳ εἶναι, ἔχειν, s. αἰτία; οὐκ ἐν αἰσχύνῃ τὰ σά Eur. Phoen. 1282, deine Lage ist nicht so, daß du dich schämen darfst; οὐκ ἐν σιωπῇ τἀμά Ion 1397; ἐν αἰσχύναις ἔχειν, sich schämen, Suppl. 164. – Dah. auch = beschäftigt sein mit Etwas, ὢν ἐν τῇ τέχνῃ Plat. Men. 91 e, vgl. Phaed. 84 a; οἱ ἐν ποιήσει γενόμενοι, die Dichter, Her. 2, 82; οἱ ἐν πράγμασιν Thuc. 3, 28; öfter οἱ ἐν τέλει, Magistrate; ἐν φιλοσοφίᾳ εἶναι, Plat. Phaed. 59 a; ὁ Κῠρος ἐν τούτοις ἦν Xen. Cyr. 3, 1, 1; ἐν λόγοις, ἐν σίτῳ, 4, 3, 23. 5, 2, 17. Dah. οἱ ἐν φιλοσοφίᾳ, ἐν νόσῳ, Umschreibung für die Philosophen, die Kranken, bes. Sp. – Ganz adverbialisch sind Verbindungen wie ἐν τῷ ἐμφανεῖ, ἐν τῷ φανερῷ, = φανερῶς, Thuc. 2, 21 Xen. An. 1, 3, 21. 2, 5, 25; ἐν δίκῃ Soph. Tr. 1058; ἐν τάχει oft = ταχέως; – ἐν σμικρῷ ποιεῖσϑαι Soph. Phil. 496; ἐν παρέργῳ ϑέσϑαι 471, vgl. 863; so Her. ἐν ὁμοίῳ ἔχειν, ποιεῖσϑαι, wie ἐν ἴσῳ, oft, z. B. 8, 109, wie ἐν ἐλαφρῷ, 5, 154; vgl. ἐν οὐδενὶ λόγῳ ποιεῖσϑαι; – ἐν ἀσφαλεῖ Eur. Hec. 980 Hipp. 785; ἐν εὐμαρεῖ ἐστι, = εὐμαρές, I. A. 974; ἐν ἀσφαλεστέρῳ ἦν Xen. Hell. 7, 5, 8; seltener im plur., ἐν ἀργοῖς, = ἀργῶς, Soph. O. R. 287. Vgl. noch ἐν ἅρμασιν ἔχειν, ἐν οὐσίᾳ κτᾶσϑαι, Plat. Legg. X, 899 a XI, 913 b. – Wie einzelne dieser Beispiele schon »einem Zustande gemäß« bedeuten, so ist auch γλῶσσαν ἐν τύχᾳ νέμων, γαῖαν ἐν αἴσᾳ διατέμνων, Aesch. Ag. 671. 892 zu nehmen, womit οὕτως ἀπαλλάσσουσιν ἐν ϑεῶν κρίσει 1262 zu vgl.; κακὸν τὸ λῆμα, κοὐκ ἐν ἀνδράσιν, ziemt sich nicht für Männer, Eur. Alc. 735; ἐν μοίρᾳ Plat. Legg. VI, 775 e; ἐν μέτρῳ Thuc. 6, 1; ἐν τῷ αὐτῷ τρόπῳ, ἐν τοῖς ὁμοίοις, ᾧ 1, 77. 7, 67; ἐν τούτῳ, dem gemäß, 1, 37; ἐν ᾡ, in wiefern, 6, 55, wohin auch ἐν ῥυϑμῷ ᾔεσαν Xen. An. 5, 9, 11 gerechnet werden kann. Eben so τὰ ἐν τοῖς νόμοις δίκαια Isocr. 20, 20, das in den Gesetzen Begründete; αἱ ἐν τοῖς νόμοις ζημίαι, gesetzmäßige, Dem. 20, 154; Lycurg. 1. Dah. ἐν τοῖς νόμοις βασιλεύειν, τὰς κρίσεις ποιεῖσϑαι, nach den Gesetzen, Plat. Criti. 131 b Isocr. 4, 40. Daran schließt sich – 6) Bezeichnung der Abhängigkeit von Etwas, es steht bei Einem; νίκης πείρατ' ἔχονται ἐν ϑεοῖς, der Sieg liegt in den Händen der Götter (eigtl. der Faden haftet an den G.), Il. 7, 105; δύναμις γὰρ ἐν ὑμῖν Od. 10, 69; vgl. auch das sinnliche ϑεῶν ἐν γούνασι κεῖται u. ἐν γὰρ χερσὶ τέλος πολέμου, ἐπέων δ' ἐνὶ βουλῇ Il. 16, 630; ἐν ϑεῷ γε μὰν τέλος Pind. Ol. 13, 104; vgl. μόνον γὰρ κέρδος ἐν τεϑνηκόσιν Aesch. Spt. 666; τὰ κέδν' ἐν ὑμῖν ἐστί μοι βουλεύματα Pers. 168; ἐν σοὶ γάρ ἐσμεν Soph. O. R. 313, wie ἐν ὑμῖν ὡς ϑεῷ κείμεϑα, hangen von euch ab, O. C. 247; u. ähnl. ἐν σοὶ πᾶσ' ἔγωγε σώζομαι, meine Rettung beruht auf dir, Ai. 515, vgl. Tr. 618; ἐν τῷ ἕκαστον δικαίως ἄρχειν ἡ πολιτεία σώζεται Lys. 26, 9; ὁπόταν ἐν χρήμασιν ᾖ σωϑῆναι τῇ πόλει 27, 3; ἐν ταῖς ναυσὶ τῶν Ἑλλήνων τὰ πράγματα ἐγένετο, die Macht beruhte auf den Schiffen, Thuc. 1, 74; ἐν σοὶ νῠν ἐστι καταδουλῶσαι Ἀϑήνας Her. 6, 109; mit folgdm acc. c. inf., Andoc. 1, 39; τὰ λοιπὰ ἐν αὐτοῖς ἡμῖν ἐστιν, ὅσον ἐστὶν ἐν ὑμῖν, Dem. 4, 50. 23, 4; ἐν τῷ ϑεῷ τὸ τούτου τέλος ἦν, οὐκ ἐν ἐμοί, das Gelingen stand in Gottes Hand, 18, 193; ähnl. ἐν τοῖς νόμοις ἐξέσται 20, 158; εἰ γὰρ ἐν τούτῳ εἴη Plat. Prot. 310 d 313 a, wie auch Xen. An. 6, 2, 22 zu nehmen, ob Etwas daran läge; Thuc. vrbdt sogar μὴ ἐν ὑμῖν κωλυϑῇ, an euch, sofern es bei euch steht, 2, 64, wie Dem. 10, 73 δόξα, ἣν αἰσχρόν ἐστιν ἐν σοὶ καταλῠσαι. Auch ἐν τῷ γὰρ φρονεῖν ἥδιστος βίος Soph. Ai. 440 ist ähnlich, wie ἐλπίς, πίστις ἐν τοῖς δρωμένοις, Soph. Tr. 585. 722; – ἐν ἑαυτῷ γίγνεσϑαι, zu sich kommen; ἐν ἑαυτῷ εἶναι, bei sich sein, bei Sinnen sein, oft bei Attikern. – 7) Bezeichnung dessen, wobei oder woran sich eine Thätigkeit zeigt; ἐν τοῖς σοῖς πόνοις χλίουσι μέγα Aesch. Ch. 135; ἐν κακοῖς γελᾶν, ἐν πράγματι φωνεῖν, 220 Eum. 268; ἁμαρτάνειν ἐν λόγοις Soph. Ai. 1075; ἐν ὑμῖν ἐψεύσϑημεν Her. 9, 48; ἐπιδείκνυσϑαι ἔν τινι Plat. Men. 82 a; πεῖραν λαβεῖν ἔν τινι Xen. An. 5, 8, 15, wie πειρᾶσϑαι Plat. Phileb. 21 a; σκέπτεσϑαι ἔν τινι, δηλοῦν, Soph. 239 b Thuc. 1, 10. Spätere sogar ἐν τῇ πίστει ὠνείδισε, Arr. An. 3, 30, 2. Vgl. εἰς. – Auch bei adj., ἐν πάντεσσ' ἔργοισι δαήμων Il. 23, 671; χρηστὸς ἐν τοῖς οἰκείοις Soph. Ant. 657; ὑβριστής, ϑρασύς, ἐν ὅρκῳ μέγας, 1071 1294 O. R. 651; κρείσσων ἐν κυναγίαις Eur. Bacch. 339; ἐν γυναιξὶν ἄλκιμος Or. 754; φϑονερός Her. 7, 46; ἡ ἐν ὅπλοις μάϑησις, das Studium der Fechtkunst, Plat. Lach. 190 d; ἄριστοι ἐν τοῖς πολεμίοις Thuc. 4, 80; vgl. διαφέρειν ἔν τινι, in einer Sache, Isocr. 8, 122; so noch Sp., wie D. Sic. 14, 37 ἐν εὐγενείᾳ καὶ πλούτῳ πρῶτος. – Aber ἐν σφετέρῳ καλῷ τὸν πόλεμον ἀναβάλλεσϑαι, Thuc. 5, 46, ist = zu eurem Besten. – Bei Sp., wie Pol. Exc. Leg. 82, bezeichnet es das Prädicat: λαβεῖν ἐν φερνῇ, als Mitgift empfangen.
Adverbial, ohne Casus, steht es oft von Hom. an, wo man es häufig ohne Noth als Tmesis betrachtet. Am gewöhnlichsten ist ἐν δέ, darunter, dabei, z. B. ἐν δ' ἄλοχοι ἐπιστενάχουσι Soph. O. R. 183, vgl. Tr. 205 (Herm. schreibt ἔν, wie auch Mein. in dem von Stob. fl. 8, 10 dem Philem., von Suid. dem Men. zugeschriebenen Sprichwort, Diogen. 5, 89, κακὴ μὲν ὄψις, ἐν δὲ δειλαῖαι φρένες); u. so in Prosa von Her. 1, 185. 9, 32 an häufig. Bei Hom. Od. 5, 260, ἐν δ' ὑπέρας τε κάλους τε πόδας τ' ἐνέδησεν ἐν αὐτῇ, steht noch ἐν dabei: überdies band er am Schiffe an, wovon Her. 2, 176 ἐν δὲ καὶ ἐν Μέμφι, überdies auch in Memphis, verschieden ist.
Seinem Casus wird es zuweilen nachgesetzt, bes. bei Ep., z. B. Il. 18, 218 Od. 12, 103 Ap. Rh. 4, 546, was bes. bei der Form ἐνί der Fall ist, die dann ἔνι geschrieben wird, Il. 7, 221 Od. 5, 57.
In der Zusammensetzung herrscht – a) bei Verbis die örtliche Bedeutung vor, daran, darauf, darüber; auch mit Verbis der Bewegung wird ἐν zusammengesetzt. – b) in adj. drückt es das Versehensein mit Etwas aus, ἔναιμος, ἔνϑηρος, oder die Annäherung an den Begriff des Adjectivs. ἔμπικρος, etwas bitter, wie ἔλλευκος, ἔνσιμος, seltener das Angemessensein, wie in ἔνδικος.
-
5 εν
I.ἐνI1) (на вопрос «где?») в(ἐν δόμοις Aesch.; ἐν τῇ πόλει Plat.)
ἐνὴ Κίρκης (sc. δόμοις) Hom. — во дворце Кирки;ἐν αὑτοῦ (sc. δόμῳ) Arph. — у себя;τὰ ἐν ποσὴν κακά Soph. — нынешние бедствия2) (на вопрос «где?») на(καθίζειν ἐν θρόνοισιν, οὔρεος ἐν κορυφῇσι Hom.)
ἐν πέτροισι πέτρον ἐκτρίβων Soph. — посредством трения камня о камни3) (на вопрос «куда?») в(πίπτειν ἐν κονίῃσι Hom.; ἐν τάφῳ θεῖναι Soph.; ἥ ἐν τῷ Πειραιῷ καταφυγή Thuc.; ὅ ἐν Σικελίᾳ πλοῦς Lys.) или на (ἐν δίφροισι ἀναβῆναι Hom.)
ἵκανον ἐν ποταμῷ Hom. — они пришли к реке;ἐν δεσμῷ δῆσαι Hom. — заключить в оковы;4) среди, между, у(ἐν πᾶσιν ἀνθρώποις Thuc.)
ἐν τοῖς δένδροις ἑστάναι Xen. — стоять между деревьями;ταῦτα νόμιμα ἦν ἐν Μήδοις Xen. — таковы были обычаи (у) мидян;ἐν τοῖς πρῶτοι τὸν σίδηρον κατέθεντο Thuc. — они первые из них сложили оружие5) у (берегов), при(ἐν Κύπρῳ ναυμαχέειν Her.; ἐν Σαλαμῖνι ξυνναυμαχῆσαι Thuc.)
οἱ ἐν Μαραθῶνι Thuc. — участники Марафонского сражения6) из(ἐν ἐπιστολαῖς εἰδέναι τι Thuc.; πίνειν ἐν ποτηρίῳ Luc.)
7) в (отношении)ἐν πάντεσσι ἔργοισι δαήμων Hom. — искусный во всех делах;
θρασὺς ἔν τινι Soph. — смело выступающий против кого-л.;διαφέρειν ἔν τινι Isocr. — отличаться в чем-л.8) (об одежде, доспехах и т.д.) в, с(ἐν ἔντεσι Pind.; ἐν ὅπλοις Her., Xen. - ср. 12; ἐν τῇ ἐσθῆτι Her.)
ἐν μεγάλοις φορτίοις βαδίζειν Xen. — ходить тяжело нагруженным;ἐν πώγωνι βαθεῖ Luc. — с густой бородой9) в присутствии, передλέγειν ἐν τῷ δήμῳ Xen. — говорить перед народом или в народном собрании;
ἐν δ΄ ὑμῖν ἐρέω Hom. — я расскажу вам10) в, во время(ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ Hom.; ἐν τῇ ἑορτῇ Thuc.)
11) в течение, в продолжение, на протяжении(ἐν ἔτεσι πεντήκοντα Thuc.; μεῖον ἢ ἐν μηνί Xen.)
12) (для выражения занятости чем-л.; в переводе обычно опускается)ἐν πτολέμῳ Hom. — (будучи занят) войной или на войне;
ἥ ἐν ὅπλοις μάθησις Plat. — изучение боевого искусства (ср. 8);οἱ ἐν τοῖς πράγμασι Thuc. — руководители государства;οἱ ἐν τέλει Thuc. — должностные лица;ἐν φιλοσοφία εἶναι Plat. — заниматься философией;ὅ δέ Κῦρος ἐν τούτοις ἦν Xen. — вот каковы были дела Кира;οἱ δέ ἐν τούτοις τοῖς λόγοις ἦσαν Xen. — вот в чем состояла их беседа13) посредством(ἐν ὀφθαλμοῖσι ὁρᾶσθαι или ἰδέσθαι Hom.; ἐν τῇ ἀκοῇ διαγιγνώσκειν Plat.)
ἐν ξέναισι χερσὴ κηδευθείς Soph. — погребенный чужими руками (ср. 3);ἥ μάχη ἐν χερσί Thuc. — рукопашный бой;ἐν λόγοις πείσειν τινά Soph. — убедить кого-л. словами;ἐν δόλῳ Soph. — хитростью14) во власти (в руках) у, в зависимости от(ἐν τῷ θεῷ τὸ τέλος ἦν, οὐκ ἐν ἐμοῖ Dem.)
δύναμις γὰρ ἐν ὑμῖν Hom. — ведь в вашей власти (сделать это);ἐν ταῖς ναυσὴ γενέσθαι Thuc. — зависеть от флота15) соответственно, согласно, поἐν τοῖς νόμοις Isocr., Plat., Dem. — в соответствии с законами
16) (в нареч. выражениях, в переводе часто опускается)ἐνὴ πένθεϊ Hom. — в печали;
ἐν βραχεῖ Soph. — вкратце;ἐν τάχει Soph. — быстро, поспешно;ἐν ἀσφαλεῖ Eur. — в безопасности, надежно;ἐν ἀργοῖς Soph. — праздно;ἐν κενοῖς Soph. — впустую, напрасно;ἐν δίκῃ Soph. — по справедливости;ἐν παρέργῳ Soph. — в виде дополнения, мимоходом;ἐν ὁμοίῳ κρίνειν Thuc. — считать безразличным;ἐν ἀφθόνοις βιοτεύειν Xen. — жить в достатке;ἐν ὀργῇ ἔχειν τινά Thuc. — негодовать на кого-л.;ἐν αἰτίᾳ ἔχειν τινά Her. — винить кого-л.;ἐν αἰτίᾳ εἶναι Xen. — быть обвиняемым;ἐν ῥυθμῷ Xen. — мерно, в такт;εἰ οἱ ἐν ἡδονῇ ἐστιν Her. — если ему угодно;ἐν ἐπαίνῳ τιθέναι Arst. — вменять в похвалуἐν τοῖς δικασταῖς κοὐκ ἐμοὴ τόδ΄ ἐσφάλη Soph. — это была ошибка судей, а не моя
IIэп.-поэт. тж. ἐνί adv.1) внутри (чего-л.), тамἐν μὲν γὰρ λειμῶνες …, ἐν δ΄ ἄροσις λείη Hom. — имеются там и луга …, и легкие для обработки пашни;
ἐν δ΄ ἄλοχοι ἐπιστενάχουσιν Soph. — там стонут жены2) внутрь, тудаἐν δὲ οἱ ἀσκὸν ἔθηκε οἴνοιο …, ἐν δὲ καὴ ἤϊα Hom. — она положила туда и мех с вином, и съестные припасы
3) в это время, между темἐν δ΄ ἐμεστώθη αἰθήρ Soph. — между тем воздух наполнился (ураганом)
II.ἕνn к εἶς См. εις -
6 ἐν
ἐν (in crasis1κἀν I. 4.25
, I. 6.59 coni., butκαὶ ἐν P. 9.40
: repeated 13 times O. 2.43, O. 6.55, I. 5.30 etc.: follows noun governed 7 times O. 13.44, P. 9.69, Παρθ. 2. 7, etc.: governs only the second of two nouns P. 4.130, O. 7.12:ἐνί P. 6.18
, Θρ. 7. 3, fr. 163: joined withἐπὶ N. 5.2
,παρά N. 9.34
) A prep. c. dat.1 of time.a of point of time, in, at, on δεῖ σάμερονἐλθεῖν ἐν ὥρᾳ O. 6.28
κυρίῳ δ' ἐν μηνὶ πέμποισ ἀμφιπόλους O. 6.32
νῦν ἐν καὶ τελευτᾷ O. 7.26
[ κἀν (Mosch.: ἐν καὶ codd. vulgo: καὶ cod. unus) P. 1.35] ἀλλ' ἐν ἕκτᾳ (sc. ἁμέρᾳ) P. 4.132τὰν πολυξέναν ἐν ἱερομηνίᾳ Νεμεάδι ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2
νιν ἐρειδόμενον ναυαγίαις ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.37
τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ ἀνατελλομένα συνεχὲς παννυχίζει I. 4.65
“ ἐν διχομηνίδεσσιν δὲ ἑσπέραις ἐρατὸν λύοι κεν χαλινὸν ὑφ' ἥρωι παρθενίας” I. 8.44ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ Pae. 6.5
ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντεὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ Pae. 6.61
τῷδ' ἐν ἄματι τερπνῷ Pae. 15.1
Ψμέναιον, ὃν ἐν γάμοισι χροιζόμενον [Μοῖρα] σύμπρωτον λάβεν (Welcker: ἐργάμοισι cod.) Θρ. 3.. ἦν διακρῖναι ἰδόντ' λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” fr. 168. 6.b during, within, in the course ofἐν ἁμέρᾳ O. 1.6
ἐν παντὶ χρόνῳ O. 6.36
ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ O. 6.100
ἐν δὲ μιᾷ μοίρᾳ χρόνου O. 7.94
ἐν μικρῷ χρόνῳ O. 12.12
ἐν ὄρφναῖσι P. 1.23
ἐν δ' αὖτε χρόνῳ P. 3.96
ἐν δαιτὸς δὲ μοίρᾳ P. 4.127
ἀθρόαις πέντε νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις P. 4.130
[ ἐνχρόνῳ (Chaeris: ἄν codd.) P.4. 258]ἐν δὲ χρόνῳ P. 4.291
, P. 8.15ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται P. 8.92
τέκε ἐν μόναις ὠδῖσιν Ἀλκμήνα διδύμων κρατησίμαχον σθένος υἱῶν P. 9.85
ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις P. 10.18
ἐν περισθενεῖ μαλαχθεὶς παγκρατίου στόλῳ N. 3.16
ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται N. 3.70
ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν N. 4.94
ἀλλὰ γὰρ ἀνάπαυσις ἐν παντὶ γλυκεῖα ἔργῳ N. 7.52
ἦ τιν' ἄγλωσσον μὲν ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει (Hermann e Σ: κατέχει τε, κατέχειν codd.) N. 8.25 ἐν πολυφθόροις ἁμέραις (Boeckh: πολυφθόροις ἐν codd.) N. 8.31 χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς N.8.49. codd.) ἐν πολέμῳ N. 9.36. ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N.9.42. ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίωνμιν ὀμφαὶ κώμασαν N. 10.34
φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ N. 10.59
“ παῦροι δ' ἐν πόνῳ πιστοὶ βροτῶν καμάτου μεταλαμβάνειν” N. 10.78ἐν δὲ χειμῶνι πλέων I. 2.42
ἀλλ' ἁμέρᾳ γὰρ ἐν μιᾷ I. 4.16
ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ I. 4.36
τόλμᾳ γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.47
καὶ νῦν ἐν Ἄρει μαρτυρήσαι κεν πόλις Αἴαντος ὀρθωθεῖσα ναύταις ἐν πολυφθόρῳ Σαλαμὶς Διὸς ὄμβρῳ (bis) I. 5.48—9. “Αἴαντα, λαῶν ἐν πόνοις ἔκπαγλον Ἐνυαλίου” I. 6.54 ἐν χρόνῳ δ' ἔγεντ Ἀπόλλων fr. 33b = fr. 147 Schr.ἄστρον ὑπέρτατον ἐν ἁμέρᾳ κλεπτόμενον Pae. 9.3
]βαρβιτίξαι θυμὸν ἀμβλὺν ὄντα καὶ φωνὰν ἐν οἴνῳ[ fr. 124d. ἐν δείπνοισι Λυδῶν ψαλμὸν ἀντίφθογγον ὑψηλᾶς ἀκούων πακτίδος fr. 125. 2. μηδ' ἀμαύρου τέρψιν ἐν βίῳ fr. 126. 1. ἀτὰρ εὑδόντεσσιν ἐν πολλοῖς ὀνείροις δείκνυσι τερπνῶν ἐφέρποισαν χαλεπῶν τε κρίσιν fr. 131b. 3. πενταετηρὶς ἑορτὰ ἐν ᾆ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193.c in the space ofπολλῶν πείρατα συντανύσαις ἐν βραχεῖ P. 1.82
βάματι δ' ἐν πρώτῳ κιχὼν παῖδ P. 3.43
τὸν Ἀργείων τρόπον εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις (Heyne: που κἐν, πα κ' ἐν codd.) I. 6.59d phrases τὸν ἅπαντα χρόνον ἐν σχερῷ ἡσυχίαν καμάτων μεγάλων ποινὰν λαχόντ (ἐν om. codd.: supp. Hermann: ἐνσχερώ Dindorf: in a line, uninterruptedly) N. 1.69 ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι ( ἐνσχερὼ Heyne) N. 11.39 ἑκατόμπεδοι ἐν σχερῷ κέλευθοι ( ἐνσχερὼ Fr. Portus i. e. 100 feet broad without interruption) I. 6.22 ὥστ' ἐν τάχει τινὰ Νηρείδων πράξειν ἄκοιτιν soon N. 5.35 [ ἀλλ' ἐν ἀμείβοντι (Musur.: ἐναμείβοντι codd.) N. 11.42]2 of place.a ἐν Πέλοπος ἀποικίᾳ. O. 1.24ἐν βάσσαις Κρονίου Πέλοπος O. 3.23
ἐν Πίσᾳ O. 6.5
ἐν Ὀλυμπίᾳ O. 6.26
ἐν Ὀλυμπιάδι O. 10.16
ἐν Πίσᾳ O. 10.43
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.101
ἐν δὲ Πυθῶνι O. 2.39
ἐν Δελφοῖσιν O. 13.43
Πυθιάδος δ' ἐν δρόμῳ P. 1.32
ἐν δ' ἄρα μηλοδόκῳ Πυθῶνι P. 3.27
ἐν πολυχρύσῳ Ἀπολλωνίᾳ τετείχισται νάπᾳ P. 6.8
Κρισαίαις ἐνὶ πτυχαῖς P. 6.18
Πυθῶνος ἐν γυάλοις P. 8.63
ἐν Πυθιάδι P. 8.84
ἐν Πυθῶνι ἀγαθέᾳ P. 9.71
ἀγῶνί τε Κίρρας, ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν P. 11.13
ἐν ἀφνεαῖς ἀρούραισι Πυλάδα νικῶν P. 11.15
Καφισίδος ἐν τεμένει P. 12.27
ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν N. 2.9
ἐν ἀγαθέᾳ Πυθῶνι N. 6.34
ἐν Πυθίοισι δὲ δαπέδοις κεῖται N. 7.34
ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων N. 11.23
ἐν Κρίσᾳ I. 2.18
χόρτοις ἐν λέοντος O. 13.44
Νεμεαίου ἐν πολυυμνήτῳ Διὸς ἄλσει N. 2.5
ἐν Νεμέᾳ N. 2.23
ἐν βαθυπεδίῳ Νεμέᾳ N. 3.18
κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ I. 3.12
ἐν Νεμέᾳ I. 6.3
“θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτἐν Νεμέᾳ” I. 6.48κλεινᾷ τἐν Ἰσθμῷ O. 7.81
ἐν Κορίνθου πύλαις O. 9.86
ἐν Ἰσθμιάδεσσιν O. 13.33
ἐν δἀμφιάλοισι Ποτειδᾶνος τεθμοῖσιν O. 13.40
ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς N. 2.21
Ὀρσοτριαίνα ἐν ἀγῶνι βαρυκτύπου N. 4.87
ἐν ἀμφικτιόνων ταυροφόνῳ τριετηρίδι N. 6.39
τρὶς μὲν' ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών N. 10.27
Κορίνθου τἐν μυχοῖς N. 10.42
ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ I. 3.11
ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισἀρετά I. 5.17
cf. ( Κόρινθον)ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6
ἐν ἄστει Πειράνας O. 13.61
ἐν Θήβαισι O. 6.16
τά τἐν Ἀρκαδίᾳ ἔργα καὶ Θήβαις O. 7.84
ἐν Θήβαις O. 13.107
ἐν ἑπταπύλοις Θήβαις P. 3.90
, P. 8.39 “ ἐν Κάδμου πύλαις” P. 8.47Θήβαις τ' ἐν ἑπταπύλοις N. 4.19
ἐν Θήβαις N. 10.8
ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει I. 5.30
—3.ἐν ἑπταπύλοισι Θήβαις I. 8.16
ἐ]ν ἑπταπύλοισι —[ (sc. Θήβαις) fr. 169. 47.κρανααῖς ἐν Ἀθάναις O. 7.82
ἐν Ἀθάναις O. 9.88
κρανααῖς ἐν Ἀθάναισι O. 13.38
, N. 8.11ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20
ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25 ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις οἰχνεῖτε fr. 75. 4.ἐν Σικελίᾳ O. 1.12
ἐν Ἄργει O. 7.83
ἐν Μεγάροισιν O. 7.86
ἐν Μαραθῶνι O. 9.89
ἐν Σπάρτᾳ P. 1.77
ἐν Φθίᾳ P. 3.101
“ ἐν δὲ Νάξῳ” P. 4.88Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ P. 5.70
ἐν Μεγάροις (ἐν secl. byz.) P. 8.78ἐν Ἄργει P. 9.112
τῶν δἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19
κλυταῖς ἐν Ἀμύκλαις P. 11.32
ἄειδ' ἐν Παλίῳ (Pauw: ἀείδει Παλίῳ codd.) N. 5.22ἐν Τροίᾳ N. 2.14
ποντίᾳ ἔν ποτε Κύπρῳ N. 8.18
ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ I. 1.8
ἐν Φυλάκᾳ I. 1.59
ἀλλ' ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.34
ἐν Ἐπιδαύρῳ I. 8.68
]ν ἐν Ἄργει μεγάλῳ[ Δ. 1.. ἐν Ἀρίμοις ποτέ fr. 93. ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ ] ἔν τε Πίσᾳ Παρθ. 2.. ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ fr. 123. 13.Μαιναλίαισιν ἐν δειραῖς O. 9.59
ἐν Παλίου σφυροῖς P. 2.45
“ Διὸς ἐν Ἄμμωνος θεμέθλοις” P. 4.16 “ Τριτωνίδος ἐν προχοαῖς λίμνας” P. 4.20Ἄπολλον, τεᾷ, Καρνήἰ, ἐν δαιτὶ P. 5.80
ἐν μυχοῖσι Πιερίδων P. 6.49
μυχῷ τ' ἐν Μαραθῶνος P. 8.79
Πίνδου κλεεναῖς ἐν πτυχαῖς P. 9.15
Αἰγίνᾳ τε γὰρ Νίσου τἐν λόφῳ P. 9.91
τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος P. 9.98
ἐν πεδίῳ Φλέγρας N. 1.67
Νίσου τ' ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.46
ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56
ζαθεᾶς Πάρου ἐν γυάλοις fr. 140a. 63 (37). ἐν Κόλχων δόμοις fr. 172. 7.ἐν δρόμοισι O. 1.21
ἐν δρόμοις O. 1.94
ἐν ἀέθλοις ἐν μάχαις τε O. 2.43
—4.Αἶαν, τεόν τἐν δαιτί, Ἰλιάδα, νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν O. 9.112
ἱεροῖς ἐν ἀέθλοις O. 13.15
νικαφόροις ἐν ἀέθλοις καὶ θοαῖς ἐν μάχαις P. 8.26
ἔν τ' ἀέθλοισιν ἀριστεύων N. 11.14
ἔν τ' ἀέθλοισι I. 1.18
ἔν τε γυμνοῖσι σταδίοις ἔν τ' ἀσπιδοδούποισιν ὁπλίταις δρόμοις I. 1.23
ὠκυδινάτοις ἐν ἁμίλλαισι I. 5.6
ἔν τ' ἀγωνίοις ἀέθλοισι I. 5.7
]ἐν δαιτί τε πα[ Πα. 13a. 21.ἐν οἴκῳ O. 6.48
μεγαλοκευθέεσσιν ἔν ποτε θαλάμοις P. 2.33
ἐν θαλάμῳ P. 3.11
τείχει ἐν ξυλίνῳ P. 3.38
“ ἐν λέχεσιν” P. 4.51 “ πολυχρύσῳ ποτ' ἐν δώματι” P. 4.53 ἄλλοις ἐν τείχεσιν” P.4.268. “ ἐν δώμασι” P. 4.113θαλάμῳ δὲ μίγεν ἐν πολυχρύσῳ Λιβύας P. 9.69
ἐν μεγάρῳ N. 1.31
Φιλύρας ἐν δόμοις N. 3.43
ἐν λέκτροις Ἀκάστου N. 5.30
Ἀμφιτρύωνος ἐν θυρέτροις I. 7.6
ἐν μεγάροις Δ. 2.. ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.58
ἐν Οὐλύμπῳ O. 13.92
ἐν οὐρανῷ O. 14.10
ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ P. 1.15
χρυσέαις ἐν ἕδραις P. 3.94
“ δώμασιν ἐν χρυσέοις” P. 9.56ὀλβίοις ἐν δώμασι N. 1.71
“ οὐρανοῦ ἐν χρυσέοις δόμοισιν” N. 10.88 ἐν Ὀλύμπῳ fr. 33c. 5.ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28
ἐν πελάγει O. 7.56
ἁλμυροῖς δ' ἐν βένθεσιν O. 7.57
ἐν πόντῳ ἐν χέρσῳ τε O. 12.3
—4. “ ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖς” P. 9.47ἐν χέρσῳ N. 1.62
ἐν πελάγει N. 3.23
ἐν δΕὐξείνῳ πελάγει N. 4.49
ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ N. 9.43
ἐν πόντῳ I. 5.5
ἐν πεδίῳ I. 8.54
ἐν πόντῳ I. 9.7
πελάγει δ' ἐν πολυχρύσοιο πλούτου fr. 124. 6. ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει fr. 140b. 16. ἐν πόντῳ P. Oxy. 2622. 13 ad ?fr. 346.ἐν ναυσὶ κοίλαις O. 6.10
ἐν Μοισᾶν δίφρῳ O. 9.81
ἐν ναυσὶν P. 3.68
ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ' ἀκάτῳ N. 5.2
ἐν ναυσὶν I. 6.30
κελεύθῳ τἐν καθαρᾷ O. 6.23
ἀλλἔν κέκρυπτο γὰρ σχοίνῳ βατιᾷ τἐν ἀπειρίτῳ (v. κρύπτω) O. 6.55πτολιπόρθοις ἐν μάχαις O. 8.35
οὐλίῳ ἐν Ἄρει O. 9.76
ταύτᾳ δἐν πρωτογόνῳ τελετᾷ O. 10.51
ἐν ἅπαντι κράτει O. 10.82
ἐν ἀλκᾷ O. 13.55
οἵαις ἐν πολέμοισι μάχαις P. 1.47
Ἰξίονα ἐν πτερόεντι τροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον P. 2.22
χρυσὸς ἐν χερσὶν φανεὶς P. 3.55
ἐν ὄρει P. 3.90
ἐν πολέμῳ P. 3.101
ἐν ἀργεννόεντι μαστῷ P. 4.8
ἐν ἀγορᾷ P. 4.85
ἐν πρύμνᾳ P. 4.194
ἐν μέσσοις P. 4.224
ἐν ἀλλοδαπαῖς ἀρούραις P. 4.254
πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67
χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ N. 1.25
παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε ναῶν τ' ἐν μάχαις N. 9.34 δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους i. e. inside N. 10.61καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις αἰενάοις ἐν τραπέζαις N. 11.8
πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12
πατρωίαις ἐν ἀρούραις Pae. 6.106
λτ;ἐνγτ; [τεμέ]νει φίλῳ (supp. Zenodot)Πα.. 12. χρηστήριον[ ] ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκεν Pae. 9.41
ἐρατειναῖς ἐν εὐναῖς (add. Boeckh: ἐν om. codd.) fr. 122. 7. φοινικορόδοις δ' ἐνὶ λειμώνεσσι (coni. Boeckh: ἐν cod.) Θρ.. 3. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες fr. 210.b at, before met.,τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32
μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν (τουτέστι θεωρῆσαι Σ.) N. 8.433 in, contained in, surrounded bya of clothing, simm.χαλκέοισι δ' ἐν ἔντεσι νικῶν δρόμον O. 4.22
ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων O. 6.8
“ σπαργάνοις ἐν πορφυρέοις” P. 4.114Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις Ἄρεος ὅπλοις P. 10.13
ἐπεὶ ἐν χαλκέοις ὅπλοις Τηλεβόας ἔναρεν N. 10.14
τὸν μὲν ἐν ῥίνῳ λέοντος στάντα I. 6.37
cf. ὑφ' ἅρμασιν ἵππος, ἐν δ ἀρότρῳ βοῦς ( harnessed to) fr. 234. 2.b contained inμονόψαφον ἐν κολεῷ κατασχοῖσα ξίφος N. 10.6
καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν ἐν ἀγγέων ἕρκεσιν παμποικίλοις N. 10.36
c of light and darkness.ἐν ὄρφνᾳ O. 1.71
O. 13.70ἐν σκότῳ O. 1.83
ἐν καθαρῷ O. 10.45
φάει δὲ ἐν καθαρῷ P. 6.14
σφόδρα δόξομεν δαίων ὑπέρτεροι ἐν φάει καταβαίνειν N. 4.38
νεκρὸν ἵππον στυγέοισι λόγῳ κείμενον ἐν φάει, κρυφᾷ δὲ (Heyne: φασι codd.) fr. 203. 2. met.,ὅστις ἐν ταύτᾳ νεφέλᾳ χάλαζαν αἵματος πρὸ φίλας πάτρας ἀμύνεται I. 7.27
d met.,εἶδον γὰρ ἑκὰς ἐὼν τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον βαρυλόγοις ἔχθεσιν πιαινόμενον P. 2.54
ἔστι δ' ἐν εὐτυχίᾳ πανδοξίας ἄκρον N.1.10.τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχε θέμεν μεγάλᾳ P. 4.75
4 of feelings, thoughts.ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον ὀξείᾳ μελέτᾳ O. 6.37
ἀγώνιον ἐν δόξᾳ θέμενος εὖχος O. 10.63
εὐανθεῖ δ' ἐν ὀργᾷ παρμένων P. 1.89
αὐτὰν ἐν φρασὶ καιομέναν P. 4.219
ὄφρα ἐν φρασὶ πάξαιθ, ὅπως σφίσι μὴ κοίρανος μόλοι N. 3.62
5 amongaζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις O. 2.25
Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78
φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ O. 4.26
τερπνὸν δ' ἐν ἀνθρώποις ἴσον ἔσσεται οὐδέν O. 8.53
τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65
ἐν ἀγαθοῖς P. 2.81
ἐν ἀνθρώποισι P. 3.21
σμικρὸς ἐν σμικροῖς, μέγας ἐν μεγάλοις ἔσσομαι P. 3.107
“ τρίταισιν δ' ἐν γοναῖς” P. 4.143κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος, ἐν δὲ βουλαῖς πρέσβυς P. 4.281
—2.ἔν τε σοφοῖς πολίταις P. 4.295
ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49
θάρσος τε τανύπτερος ἐν ὄρνιξιν αἰετὸς ἔπλετο P. 5.112
ἔν τε Μοίσαισι ποτανὸς ἀπὸ ματρὸς φίλας P. 5.114
“ καὶ ἔν τε θεοῖς τοῦτο κἀνθρώποις ὁμῶς αἰδέοντ” P. 9.40 βαιὰ δ' ἐν μακροῖσι ποικίλλειν ἀκοὰ σοφοῖς P.9. 77.εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι P. 9.119
θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις P. 10.58
πέφνεν τε ματέρα θῆκέ τ' Αἴγισθον ἐν φοναῖς P. 11.37
εἰ δέ τις ὄλβος ἐν ἀνθρώποισιν, ἄνευ καμάτου οὐ φαίνεται P. 12.28
ἐγὼ δ' Ἡρακλέος ἀντέχομαι προφρόνως ἐν κορυφαῖς ἀρετᾶν μεγάλαις N. 1.34
παλαιαῖσι δ' ἐν ἀρεταῖς γέγαθε Πηλεὺς ἄναξ, ὑπέραλλον αἰχμὰν ταμών N. 3.32
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72
—3.ἔστι δαἰετὸς ὠκὺς ἐν ποτανοῖς N. 3.80
ἐν δὲ μέσαις (sc. Μοίσαις)φόρμιγγ' Ἀπόλλων ἑπτάγλωσσον χρυσέῳ πλάκτρῳ διώκων N. 5.23
ἔν τε δαμόταις ὄμματι δέρκομαι λαμπρόν N. 7.65
ἀρετὰ ἐν σοφοῖςἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε N. 8.41
ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27
Τυνδαρίδας δ' ἐν Ἀχαιοῖς ὑψίπεδον Θεράπνας οἰκέων ἕδος I. 1.31
γαρύσομαι τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν ἀγακλέα τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34
ἄμμι δ' ἔοικε καὶ σέθεν, Ἀμφιτρύων, παῖδας προσειπεῖν, τὸν Μινύα τε μυχὸν καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα καὶ Εὔβοιαν, ἐν γναμπτοῖς δρόμοις ( when we talk of Farnell) I. 1.57Ἀοσφόρος θαητὸς ὣς ἄστροις ἐν ἄλλοις I. 4.24
αἰνέω καὶ Πυθέαν ἐν γυιοδάμαις Φυλακίδᾳ πλαγᾶν δρόμον εὐθυπορῆσαι I. 5.59
φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν ( ἀνδράσιν ἀεθληταῖσιν coni. Heyne) I. 6.72εἶπε δεὔβουλος ἐν μέσοισι Θέμις I. 8.31
Ἄρτεμις ζεύξαισ' ἐν ὀργαῖς Βακχίαις φῦλον λεόντων α[ Δ. 2. 2. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις ἀλᾶται fr. 105b. 1.νέφεσσι δ' ἐν χρυσέοις Ὀλύμποιο καὶ κορυφαῖσιν ἵζων Pae. 6.92
b betweenοἷον Αἴτνας ἐν μελαμφύλλοις δέδεται κορυφαῖς καὶ πέδῳ P. 1.27
καταίνησάν τε κοινὸν γάμον γλυκὺν ἐν ἀλλάλοισι μεῖξαι P. 4.223
ἐπεὶ τετραόροισιν ὥθ' ἁρμάτων ζυγοῖς ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς N. 7.94
c after verbs of mixing. νῦν δ' ἐν αἱμακουρίαις ἀγλααῖσι μέμικται (sc. Πέλοψ: is part of) O. 1.90 ἔν τ' ὠκεανοῦ πελάγεσσι μίγεν πόντῳ τἐρυθρῷ Λαμνιᾶν τἔθνει γυναικῶν (sc. Ἀργοναῦται: zeugma, they knew) P. 4.251 ἵν' ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν enjoyed I. 2.29 ] ἐνέπισε κεκραμέν' ἐν αἵματι (ἐν del. Heringa: κεκραμένον coni. Zuntz) fr. 111. 1, cf. Δ. 2. 20.aἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
βουλαῖς ἐν ὀρθαῖσι Ῥαδαμάνθυος O. 2.75
ἐν δίκᾳ ( ἐνδίκας coni. Snell) O. 6.12τελεύταθεν δὲ λόγων κορυφαὶ ἐν ἀλαθείᾳ πετοῖσαι O. 7.69
πόλιν Ψλλίδος στάθμας Ἱέρων ἐν νόμοις ἔκτισσε P. 1.62
θέλοντι δὲ αἰεὶ μένειν τεθμοῖσιν ἐν Αἰγιμιοῦ Δωριεῖς P. 1.64
οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
σὲ δ' ἐν τούτῳ λόγῳ χρησμὸς ὤρθωσεν P. 4.59
“ τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτων” P. 4.92σὲ δ' ἐρχόμενον ἐν δίκᾳ P. 5.14
τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὗ μὴ κρυπτέτω i. e. in the common good P. 9.93θεόθεν ἐραίμαν καλῶν δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ P. 11.51
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν ἐν δίκᾳ τε μὴ κεκινδυνευμένον N. 5.14
ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων N. 6.15
τρὶς μὲν ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών, τρὶς δὲ καὶ σεμνοῖς δαπέδοις ἐν Ἀδραστείῳ νόμῳ (cf. P. 2.43) N. 10.28ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ I. 2.38
ἐν ξυνῷ κεν εἴη συμπόταισίν τε γλυκερὸν κέντρον fr. 124. 2. cf. ἐγὼ δὲ ἴδιος ἐν κοινῷ σταλεὶς (in a public position) O. 13.49b in of musical terms. Λύδῳ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων ἔμολον (ἐν ante τρόπῳ del. Schr. metri causa) O. 14.17—8.ἐν Αἰολίδεσσι χορδαῖς P. 2.69
πόμ' ἀοίδιμον Αἰολίσσιν ἐν πνοαῖσιν αὐλῶν ( ἐμπνοαῖσιν coni. Turyn) N. 3.79 esp. to the accompaniment of, amidstἱκέτας σέθεν ἔρχομαι Λυδίοις ἀπύων ἐν αὐλοῖς O. 5.19
κεῖνος ἀνήρ, ἐπικύρσαις ἀφθόνων ἀστῶν ἐν ἱμερταῖς ἀοιδαῖς O. 6.7
ἄλλοτε δ' ἄλλον ἐποπτεύει Χάρις ζωθάλμιος ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12
τὸν ( Ἀρκεσίλαν)ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.104
κλέονται δ' ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς μυρίον χρόνον I. 5.27
ἔν δ' ἐρατεινῷ μέλιτι καὶ τοιαίδε τιμαὶ καλλίνικον χάρμ ἀγαπάζοντι I. 5.54
]ἀοιδαῖς ἐν εὐπλε[κεσσι Pae. 3.12
λτ;ἐν ἀοιδᾷ> supp. Snell e Σ pap. Pae. 14.207 instrumental in, with, by means ofτετραορίας ἐλελίχθονος, εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ κρατέων P. 2.5
καπνωθεῖσαν πάτραν ἐπεὶ ἴδον ἐν Ἄρει P. 5.85
τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (ἐν om. codd.: supp. Tricl.) P. 11.46ἀνδησάμενός τε κόμαν ἐν πορφυρέοις ἔρνεσιν N. 11.28
κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26
esp. withχείρ. οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ O. 2.63
ἀγαναῖσιν ἐν χερσὶ ποικιλανίους ἐδάμασσε πώλους P. 2.8
ἐν χερὶ δ' Ἀμφιτρύων κολεοῦ γυμνὸν τινάσσων φάσγανον N. 1.52
ἐν λόγοις δ' ἀστῶν ἀγαθοῖσιν ἐπαινεῖσθαι χρεών N. 11.17
χερσίν τ' ἐν μαλακαῖσιν ὅρπακ ἀγλαὸν δάφνας ὀχέοισα Παρθ. 2. 7.8 upon, into following verbs of movement.ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον ἔχθιστον O. 8.68
ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι πολυάνθεμοι ἀρχαῖα σοφίσμαθ O. 13.16
ὠπυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74
ἐν δ' ἀφύκτοισι γυιοπέδαις πεσὼν P. 2.41
καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν (om. codd.: supp. Mosch.) P. 3.64 “ ἐν τᾷδ' ἄφθιτον νάσῳ κέχυται Λιβύας σπέρμα” (cf. I. 1.4) P. 4.42ἐν ἀλύτῳ ζεύξαισα κύκλῳ μαινάδ' ὄρνιν P. 4.215
τιθεῖς ὕβριν ἐν ἄντλῳ P. 8.12
“ νέκταρ ἐν χείλεσσι καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι” P. 9.63 ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορὸν ἐν τέρμασιν αὐτίκ' ἀγῶνος ( πρὸς coni. Boeckh) P. 9.114Νίκας ἐν ἀγκώνεσσι πίτνων ποικίλων ἔψαυσας ὕμνων N. 5.42
[ πέσε δ' ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντι (coni. Fennel, Lobel: δοκέοντα codd.) N. 7.31]ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν N. 8.28
ἤλασε Λυγκέος ἐν πλευραῖσι χαλκόν N. 10.70
χρυσέας ἐν γούνασιν πίτνοντα Νίκας I. 2.26
ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν (sc. φάμα παλαιά) I. 4.23μήτ' ἐν ὀρφανίᾳ πέσωμεν στεφάνων I. 8.6
ἐπεὶ δ' ἄλκιμον νέκυν ἐν τάφῳ πολυστόνῳ θέντο Πηλείδαν Pae. 6.99
τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ τιθεὶς fr. 109. 1. ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ σφίσιν αὐτοῖς fr. 163. φά[τναις] ἐν λιθίναις βαλ[ fr. 169. 21, cf. N. 3.629 in respect of [ ἐν ἄλλοισι δ' ἄλλοι μεγάλοι (ἐν om. codd., add. V: ἐπ byz.) O. 1.113]ἕπεται δ' ἐν ἑκάστῳ μέτρον O. 13.47
ἐν ἡρωίαις ἀρεταῖσιν οὐ ψεύσομἀμφὶ Κορίνθῳ O. 13.51
, cf. I. 1.57 γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἁρμένοισι πᾶσι θυμὸν αὔξων (om. codd.: supp. Er. Schmid) N. 3.58μή μοι κραναὰ νεμεσάσαι Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4
ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα, οὐ σθένος fr. 38.ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.15
10 = σύν, with the aid of ἐν τίν κ' ἐθέλοι, Γίγαντας ὁς ἐδάμασας, εὐτυχῶς ναίειν (σὺν σοί. Σ.) N. 7.9011 in the hands of, in the power ofἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
ἐν δ' ἀγαθοῖσι κεῖται πατρώιαι κεδναὶ πολίων κυβερνάσιες P. 10.71
πὰν δὲ τέλος ἐν τὶν ἔργων N. 10.30
12 dub. ex. οἷά τε χερσὶν ἀκοντίζοντες αἰχμαῖς, καὶ λιθίνοις ὁπότ' ἐν δίσκοις ἵεν (ἐν add. metr. causa Hermann, edd. vulgo: ὁπότε codd.: ὁπόταν Trypho ap. Eustath.: ποτ' ἀνὰ Ammonius: v. ἐνίμηι) I. 1.25 [ νῦν αὖτ' ἐν Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ (codd.: ἐν del. Hermann) I. 6.5]13 frag. ] εν ὀρθῷ δρόμῳ fr. 1a. 5.] ἐν χρ[ Πα. 13a. 25. ]ἐν κλ[ Πα. 13e. 4. ] ἐν δασκίοισιν πατήρ fr. 177e.14 in tmesis. ἐν δ' ἀρετὰν ἔβαλεν (v. ἐμβάλλω) O. 7.44 ἐν δ' ἕσπερον ἔφλεξεν (v. ἐμφλέγω) O. 10.74 B adv. dabeia thereἐν δὲ φίλων παρεόντων θῆκέ μιν ζαλωτὸν ὁμόφρονος εὐνᾶς O. 7.5
ἐν δὲ Μοῖσ' ἁδύπνοος ἐν δ Ἄρης ἀνθεῖ O. 13.22
b too, besidesΜοῖσά τοι κολλᾷ χρυσόν, ἔν τε λευκὸν ἐλέφανθ' ἁμᾶ N. 7.78
ἐν δὲ μηνὸς πρῶτον τύχεν ἇμαρ (contra Radt, “Präposition in tmesi mit τύχεν”) Πα. 2.. σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων, ἐν δὲ κέχλαδεν ἐν δὲ ἐν δ' Δ. 2. 10—5. C ἐν prep. c. acc. v. ἐς B.------------------------------------v. ἐς -
7 ἀσκέω
A work raw materials, εἴρια, κέρα, Il.3.388,4.110; work curiously, form by art, [κρητῆρα] Σιδόνες πολυδαίδαλοι εὖ ἤσκησαν ib. 23.743;ἑρμῖν' ἀσκήσας Od.23.198
; πτύξασα καὶ ἀσκήσασα χιτῶνα having folded and smoothed it, ib.1.439;ἅρμα.. χρυσῷ καὶ ἀργύρῳ εὖ ἤσκηται Il.10.438
; χορὸν ἤσκησεν ib.18.592;γόμφοις ἀ. Emp.87
: added in [tense] aor. part. to Verbs, [θρόνον] τεύξει ἀσκήσας
elaborately,Il.
14.240; [χρυσὸν] βοὸς κέρασιν περίχευεν ἀσκήσας Od.3.437
; [ἑανὸν] ἔξυσ' ἀσκήσασα Il.14.179
.2 of personal adornment, dress out, trick out,ἀ. τινὰ κόσμῳ Hdt.3.1
; decks herself,E.
El. 1073; :—freq. in [voice] Pass., σκιεροῖς ἠσκημένα γυίοις furnished with.., Emp.61.4;πέπλοισι Περσικοῖς ἠσκημένη A.Pers. 182
;οὐ χλιδαῖς ἠσκημένον S.El. 452
; of buildings,παστὰς ἠσκημένη στύλοισι Hdt.2.169
;Παρίῳ λίθῳ ἠσκημένα Id.3.57
: abs.,οἴκημα ἠσκημένον Id.2.130
; σῶμα λόγοις ἠσκ. tricked out with words only, not real, S.El. 1217:—[voice] Med., σῶμ' ὅπλοις ἠσκήσατο adorned his own person, E.Hel. 1379, cf.Alc. 161.3 in Pi., honour a divinity, do him reverence,δαίμον' ἀσκήσω θεραπεύων P.3.109
;ἀσκεῖται Θέμις O.8.22
.II practise, exercise, train, esp. in Prose and Com., properly of athletic exercise,1 c. acc. of person or thing,ἀ. τὸν υἱὸν τὸν ἐπιχώριον τρόπον Ar.Pl.47
;ἀ. τὰ σώματα εἰς ἰσχύν X.Cyr.2.1.20
, cf. Mem.1.2.19; :—[voice] Pass.,σώματα εὖ ἠσκημένα X.Cyr.1.6.41
; ;ἀσκεῖσθαι λέγειν Luc.Demon.4
;τὴν Κυνικὴν ἄσκησιν Id.Tox.27
;λόγοις D.C.45.2
;ἐν παιδείᾳ Id.60.2
;πρός τι D.S.2.54
.2 c. acc. of the thing practised, ἀ. τέχνην, πεντάεθλον, Hdt.3.125, 9.33;λόγους Democr.53a
, 110;μανθάνειν καὶ ἀ. τι Pl.Grg. 509e
; ἀ. παγκράτιον, στάδιον, etc., Id.Lg. 795b, Thg. 128e;ἠσκηκέναι μηδεμίαν ἄσκησιν κυριωτέραν τῆς πολεμικῆς Arist.Pol. 1271b5
: metaph., ἀ. τὴν ἀληθείην, δικαιοσύνην, Hdt.7.209, 1.96; ; , Pl. R. 407a; (lyr.), cf. S.Tr. 384; ;τὰ δίκαια Crates Theb.12
; (anap.): c. dupl. acc.,ἀ. αὑτόν τε καὶ τοὺς σὺν αὑτῷ τὰ πολεμικά X.Cyr.8.6.10
.3 c. inf., ἄσκει τοιαύτη μένειν practise, endeavour to remain such, S.El. 1024;λέγειν ἠσκηκότες Id.Fr. 963
;εὐσεβεῖν ἠσκηκότα E.Fr. 1067
; ἀ. γαστρὸς κρείττους εἶναι, τοὺς φίλους ἀγαθὰ ποιεῖν, X.Cyr.4.2.45,5.5.12, cf. Mem.2.1.6; ἤσκει ἐξομιλεῖν παντοδαποῖς he made a practice of associating.., Id.Ages.11.4.4 abs., practise, go into training, Pl.R. 389c, X.Cyr.2.1.29; those who practise gymnastics,Hp.
Acut. 9;περὶ τὰς βαναύσους τέχνας Plb.9.20.9
. -
8 δεινός
δεινός (Wurzel Δι-, verwandt δίον, δίεσϑαι, δέος, δείδω), furchtbar; überhaupt Alles, was das gewöhnliche Maaß überschreitet u. dadurch Staunen od. Furcht einflößt, Plat. Lach. 198 b δεινὰ ἡγούμεϑα ἃ δέος παρέχει; oft bei Homer; z. B. δεινὸς ἀνήρ Iliad. 11, 654; δεινὰ πέλωρα Iliad. 2, 321; αἰγίδα δεινήν Iliad. 5, 739; die Scylla ist Odyss. 12, 119 ἀϑάνατον κακόν, δεινόν τ' ἀργαλέον τε καὶ ἄγριον οὐδὲ μαχητόν. οὐδέ τις ἔστ' ἀλκή· φυγέειν κάρτιστον ἀπ' αὐτῆς. – Zuweilen ist es so viel wie »außerordentlich«, »groß«, » gewaltig«; so kann man verstehen Iliad. 7, 245 δεινὸν σάκος; 10, 254 ὅπλοισιν δεινοῖσιν; Odyss. 7, 41 Athene δεινὴ ϑεός, 10, 136 Kirke δεινὴ ϑεός, 7, 246 Kalypso δεινὴ ϑεός; doch ist dabei zu beachten, daß Kalypso und Kirke ursprünglich Göttinnen der Unterwelt sind, Todesgöttinnen. – Zuweilen verbunden mit αἰδοῐος: Iliad. 18, 394 Thetis δεινή τε καὶ αἰδοίη ϑεός; 3, 172 αἰδοῖός τέ μοί ἐσσι, φίλε ἑκυρέ, δεινός τε; Odyss. 8, 22 ὥς κεν Φαιήκεσσι φίλος πάντεσσι γένοιτο δεινός τ' αἰδοῖός τε; 14, 234 καί ῥα ἔπειτα δεινός τ' αἰδοῖός τε μετὰ Κρήτεσσι τετύγμην. – Odyss. 22, 405 δεινὸς εἰς ὦπα ἰδέσϑαι; 16, 401 δεινὸν γένος βασιλήιόν ἐστιν κτείνειν. – Superlativ, Στυγὸς ὕδωρ, ὅς τε μέγιστος ὅρκος δεινότατός τε πέλει μακάρεσσι ϑεοῖσιν Odyss. 5, 186 Iliad. 15, 38. – Adverbial δεινόν, Iliad. 11, 10 ἔνϑα στᾶσ' ἤυσε ϑεὰ μέγα τε δεινόν τε ὄρϑια; 16, 138 δεινὸν δὲ λόφος καϑὐπερϑεν ἔνευεν; 3, 342 δεινὸν δερκόμενοι; Plural δεινά, Iliad. 15, 13 δεινὰ δ' ὑπόδρα ἰδὼν Ἥρην πρὸς μῠϑον ἔειπεν. – Sehr zweifelhaft ist Iliad. 7, 346 Τρώων αὖτ' ἀγορὴ γένετ' Ἰλίου ἐν πόλει ἄκρῃ, δεινὴ τετρηχυῖα, entweder »eine große«, oder »eine von Furcht und Schrecken erfüllte«, δεινός nicht wie sonst = »Furcht erregend«, sondern passivisch = »in Furcht gesetzt«. Auf jeden Fall ist hier δεινός ungeschickt gebraucht; diese Gegend der Ilias ist ein schlechtes Füllstück zwischen dem sechsten und dem siebenten Liede, s. Lachmann Betrachtungen über Homers Ilias S. 23. – Zuweilen wird eine kurze Sylbe vor δεινός im Verse lang gebraucht, Odyss. 3, 322 ἐπεὶ μέγα τε δεινόν τε, Odyss. 5, 52 ὅς τε κατὰ δεινοὺς κόλπους ἁλὸς ἀτρυγέτοιο ἰχϑῠς ἀγρώσσων πτερὰ δεύεται ἅλμῃ; dies erklärt man durch die Annahme, hinter dem δ von δεινός sei ein Consonant ausgefallen, F oder j, δFεινός oder δjεινός, s. Curtius Grundzüge der Griech. Etymol. 1, 201. 2, 225. An einigen Stellen ist die Kürze vor δεινός nicht lang gebraucht; Iliad. 15, 626 ἀνέμοιο δὲ δεινὸς ἀήτη, vgl. s. v. ἀήτη; Iliad. 8, 133 βροντήσας δ' ἄρα δεινὸν ἀφῆκ' ἀργῆτα κεραυνόν. Aus diesem Unterschiede auf ein verschiedenes Zeitalter der Stellen zu schließen ist unstatthaft. Die im Erlöschen begriffenen Laute F und j und was noch sonst von der Art gewesen sein mag, wurden in den Homerischen Zeiten in einem und demselben Worte beliebig gesprochen und nicht gesprochen. – Folgende: 1) schrecklich, entsetzlich; Pind. πόλεμος, στάσις, P. 2, 64 N. 9, 13; neben φοβερόν Her. 7, 120; πόλεμος Plat. Menex. 242 e. – 2) von Her. an τὸ δεινόν = die Gefahr; δεινὸν γίγνεται od. ἐστί, μή, es ist Gefahr vorhanden, es ist zu fürchten, daß, Her. 7, 157; δεινότατον τῷ δήμῳ, μή Andoc. 3, 1; οὐ δεινόν ἐστι, μή, es ist nicht zu fürchten, daß, Her. 1, 84; Plat. Gorg. 520 d; auf das Subject bezogen, δεινοὶ ἔσονται μὴ ἀποστέωσι, es wird zu fürchten sein, daß sie abfallen, Her. 1, 155; vgl. 7, 235; – δεινόν τι ἡγεῖσϑαι, etwas für ein Unglück halten; so auch δεινὸν ποιεῖσϑαι, Aufhebens machen, übelnehmen, Her. 8, 16. 1, 127. 3, 155 u. öfter, so daß ein inf. folgt; auch akt., Her. 3, 14. 5, 41; sich wundern, δεινὰ ἐποιοῦντο, πάσας τὰς ὀρχήσεις ἐν ὅπλοις εἶναι Xen. An. 5, 9, 11; sequ. εἰ Plat. Hipp. min. 363 c; Luc. Nigr. 34; ebenso ist δεινὰ πάσχειν gebraucht Dem. 51, 19; δεινῶς φέρειν, aegre ferre, Her. 2, 121, 3; – δεινῶς ἔχειν, in einer schrecklichen Lage sein, Xen. An. 6, 2, 23; – δεινὸν καὶ χαλεπὸν πάϑος Plat. Polit. 308 a; δεινὰ πάσχειν Gorg. 519 b u. sonst. – 3) außerordentlich, gewaltig, wie unser »furchtbar« im gew. Leben; ἵαερος, heftige Begierde, Her. 9, 3; ἔρως Plat. Theaet. 169 b; ἐπιϑυμίαι Rep. IX, 573 d; ϑηρευτής Conv. 203 d; – δεινὸν ἂν εἴη, das wäre doch stark, sonderbar, arg, Theaet. 184 d, u. öfter bei Att.; καὶ ἄλογον Plat. Theaet. 203 d; δεινὸν πρᾶγμα λέγεις, εἰ Euthyd. 298 c; – Her. vrbdt ἀνὴρ δ. καὶ ἀτάσϑαλος 7, 116; σοφὸς καὶ δ. 5, 23; so erhält es die Bdtg »ausgezeichnet«, auch im Guten, bes. von Plat. an; ἀκοντιστής Prot. 342 e; φύλαξ Rep. I, 334 a; ἰατροί, ῥήτορες, ἱππεῖς, die in ihrer Art tüchtig u. wirksam sind; bes. oft δεινὸς καὶ σοφός, von den Sophisten, περί τινος Crat. 424 c; oft mit leichtem Tadel od. Ironie, Klügler, Phil. 29 a; καὶ πανοῠργοι Rep. X, 613 b; Ggstz von ἰδιώτης Dem. 4, 35. – Auch c. inf., erfahren, gewaltig worin, λέγειν u. ä.; δεινὸς χρῆσϑαι τοῖς πράγμασιν, geschickt in Benutzung der Umstände, Dem. 1, 3; mit accus., τὰ τοιαῦτα δ. Plat. Conv. 198 d; τοὺς λόγους, τὴν τέχνην Euthyd. 304 d; περὶ τὸ ἀδικεῖν Rep. III, 405 c; περὶ Ὁμήρου, im Homer bewandert, Ion 531 a; δεινὸς ἐν λόγοις Timocles Ath. VIII, 341 f; κατὰ χειρουργίαν Ael. V. H. 3, 1. – Im Sittlichen steht es dem πανοῦργος entgegen, Arist. Eth. eud. 5, 12. – Das adv. δεινῶς ist oft nur = sehr, selbst bei adj., δ. μέλαινα Her. 2, 76.
-
9 μάχη
μάχη, ἡ, Schlacht, Gefecht, Kampf; Hom. κυδιάνειρα, Il. 4, 225, δριμεῖα, 15, 696, καὶ φύλοπις, 13, 789, ἠδὲ πτόλεμος, 536, καὶ δηϊοτής, 7, 290, καὶ ἐνοπή, 16, 246, καὶ ἀνδροκτασίαι, 24, 548, καὶ ὑσμῖναι, Od. 11, 612; μάχην ἐμάχοντο, sie schlugen die Schlacht, Il. 15, 414; ϑήσονται περὶ ἄστυ μάχην, anordnen, 24, 402; ὀρνύμεν, ὀτρύνειν, 9, 353. 12, 277, die Schlacht erregen, u. sonst in verschiedenen Vrbdgn. Auch vom Zweikampf, Il. 7, 263. 11, 255, u. so μάχη Αἴαντος, der Zweikampf mit Ajax, 11, 542, wie Hes. Sc. 361; auch allgemein, Streit, Wortstreit, Zank, wie man Il. 1, 177 deutet, αἰεὶ γάρ τοι ἔρις τε φίλη πόλεμοί τε μάχαι τε. – Oft Pind. u. Tragg.; μάχης ἴδρις, Aesch. Ag. 434, μάχη δορός, 427, μάχην συνάψαι, Pers. 328; φόνοι, στάσεις, ἔρις, μάχαι vrbdt Soph. O. C. 1235; εἰς ἀγῶνα τῷδε συμπεσὼν μάχης, Trach. 20; auch Ἔρως ἀνίκατε μάχαν, Ant. 777; μάχην ποιεῖσϑαι, eine Schlacht liefern, Thuc. u. A.; auch διὰ μάχης ἔρχεσϑαι, Her. 6, 9; u. einfach ὅτε ἡ μάχη ἦν, Plat. Conv. 220 d, μάχης γενομένης, Legg. IX, 869 c; Xen. oft; ἡ ἐν τοῖς ὅπλοις μάχη, Plat. Legg. VIII, 633 d; auch μάχας ἐν λόγοις ποιεῖσϑαι, Tim. 88 a; μάχην νικᾶν, in der Schlacht siegen, Xen. An. 2, 1, 4, wie Dem. 18, 193 κρατῆσαι τὴν μάχην, wo aber Bekker τῇ μάχῃ aus zwei mss. aufgenommen hat. – Bei Xen. An. 2, 2, 6, ἣν (ὁδὸν) ἦλϑον ἐξ Ἐφέσου μέχρι τῆς μάχης, steht es für Schlachtfeld, eigtl. von Ephesus bis zur Schlacht marschirten sie 93 Tagereisen, u. nachher ἀπὸ τῆς μάχης ἐλέγοντο εἰς Βαβυλῶνα εἶναι στάδιοι ἑξήκοντα; s. noch 5, 5, 4.
-
10 διακρινω
1) разделять, разводить(εἰ μέ νὺξ διακρινέει μένος ἀνδρῶν Hom.; διακριθῆναι ἀπ΄ ἀλλήλων Thuc.; νυκτὸς ἥ μάχη διεκρίθη Plut.)
2) разделять на составные части, разлагать(τῇ θερμότητι τὰς συστάσεις Arst.; διακρίνεσθαι καὴ συγκρίνεσθαι Plat.)
εἰς τὸ διακριθῆναι ἀνάγκη ἅπασιν ἐλθεῖν Arst. — все с необходимостью приходит к (своему) распаду3) разделять пополам, расчесывать на пробор(κόμη διακεκριμένη Plut.)
4) разбирать, различать5) тж. med. различать, отличать(τί τινος и τι καί τι Plat.)
οὐδένα διακρίνων Her. — никого не различая, т.е. всех без разбора6) решать, определять(τὸν νικῶντα χειροτονίαις Plat.)
ταῦτα οὐκ ἔχω διακρῖναι Her. — этого я решить не в состоянии;διακρῖναι ποῖον ἀντὴ ποἱου αἱρετέον Arst. — определить, что чему предпочесть7) тж. med. разбирать, решать(δίκας Plat.; med. νεῖκος Hes., τὸ νῦν ζητούμενον Plat.)
ὅπλοις (Ἄρηϊ Theocr.) ἢ λόγοις διακρίνεσθαι Dem. — решить свой спор оружием или путем переговоров;μάχῃ διακριθῆναι πρός τινα Her. — померяться в бою силами с кем-л.8) med. колебаться, сомневатьсяμηδὲν διακρινόμενος NT. — нисколько не колеблясь («ничтоже сумняшеся»)
-
11 κοσμεω
1) воен. строить, выстраивать(ἵππους τε καὴ ἀνέρας Hom.; στρατόν Eur.)
πένταχα κοσμηθέντες Hom. — выстроенные пятью отрядами;στρατιὰ κατὰ ἕνδεκα μέρη κεκοσμημένη Plat. — войско, разделенное на одиннадцать колонн2) устраивать, располагать в порядкеταπεινὸς καὴ κεκοσμημένος Plat. — скромный и сдержанный;τὰ κοσμούμενα Soph. — распоряжения3) устраивать, готовить(δόρπον Hom.; δεῖπνον Pind.; τράπεζαν Xen.; τάφον, ἐς τάφον λέβητα κ. Soph.)
κ. ἀοιδήν Hom. — слагать песнь4) устраивать, управлять, править(νοῦς κοσμῶν Anaxagoras ap. Plat.)
τέν πόλιν κ. καλῶς τε καὴ εὖ Her. — превосходно управлять государством5) заправлять (маслом)(τὰς λαμπάδας NT.)
οἱ γέροντες ἐκ τῶν κεκοσμηκότων Arst. — (на Крите избираются) члены совета старейшин из числа тех, которые (в прошлом) исполняли должность космов
7) убирать, прибирать(οἶκος κεκοσμημένος NT.)
8) наряжать, убирать, одевать(τινα πανοπλίῃ Her.; σῶμα ὅπλοις Eur.; γυναῖκας ἐν καταστολῇ NT.)
κοσμέεσθαι τὰς κεφαλάς Her. — убирать себе головы, причесываться;κεκοσμημένος ἐσθῆτι ποικίλῃ Plat. — нарядившись в пеструю одежду9) украшать(δόμους τριπόδεσσι Pind.)
10) разукрашивать, приукрашивать(λόγους Eur.; τραγικὸν λῆρον Arph.)
κενοῖς λόγοις αὑτὸν κ. Plat. — рядиться в пустые фразы;ἐπὴ τὸ μεῖζον κ. Thuc. — расписывать преувеличенно яркими красками11) служить украшением, украшать собой(νᾶσον Pind.; πόλιν Thuc.)
12) обряжать, готовить к погребению(τινα Soph.; νέκυν Eur.)
13) причислять, относить -
12 κοσμέω
A order, arrange, esp. set an army in array, marshal it, Il.14.379; :—[voice] Pass., ; πένταχα κοσμηθέντες marshalled in five bodies, 12.87; of a population,διὰ τρίχα κοσμηθέντες 2.655
; once in Od., of hunters,διὰ δὲ τρίχα κοσμηθέντες 9.157
:—[voice] Med., κοσμησάμενος πολιήτας having arranged his men, Il.2.806; so after Homer, κ. στρατόν (v.l. for κοιμήσων) E.Rh. 662;τάξεις κεκοσμημέναι X.Cyr.2.1.26
, cf. Pl.Phdr. 247a;ἐπὶ τάξις πλεῦνας ἐκεκοσμέατο Hdt.9.31
.2 generally, arrange, prepare,δόρπον ἐκόσμει Od. 7.13
;κ. ἀοιδήν η Bacch.59
; ;στέφανον E.Hipp.74
;τράπεζαν X.Cyr.8.2.6
;εἰς τάφον λέβητα S.El. 1401
:—[voice] Pass.,δεῖπνον κεκόσμηται Pi.N.1.22
; δεῖ οὕτω κοσμηθῆναι ὅκως .. Democr.266; τὸ κοσμηθὲν αἷμα, = τὸνοἰκεῖον κόσμον κτησάμενον, Gal.5.551.II order, rule,τὴν πόλιν κ. καλῶς τε καὶ εὖ Hdt.1.59
, cf. S.Aj. 1103;Σπάρτην ἔλαχες, κείνην κόσμει E.Fr. 723
(anap.); κ. ἐμαυτόν restrain myself, Id.Hyps.Fr.34(60).46;τὰ ἄλλα ἐκεκοσμέατό οἱ Hdt.1.100
;τόν γε νοῦν κοσμοῦντα πάντα κοσμεῖν Pl.Phd.97
c:—[voice] Pass., τὰ κοσμούμενα orderly institutions, S.Ant. 677: [tense] pf.part., of persons, orderly,ταπεινὸς καὶ κεκοσμημένος Pl.Lg. 716a
;τεταγμένον τε καὶ κ. πρᾶγμα Id.Grg. 504
a.2 in Crete, hold office of ,οἱ κεκοσμηκότες Arist. Pol. 1272a35
, cf. Plb.22.15.1; Cret. [full] κοσμίω Leg.Gort.1.51, etc.; also κορμίω (q.v.).III adorn, equip, dress, esp. of women, h.Hom. 6.11, Hes.Op.72;κοσμῆσαί τινα πανοπλίῃ Hdt.4.180
;τριπόδεσσι κ. δόμον Pi.I.1.19
;τινὰ πλούτῳ ὑπερβάλλοντι Hdn.3.10.6
: c. dupl. acc., (Phrygia, iv A. D.):—freq. in [voice] Med., κοσμέεσθαι τὰς κεφαλάς to adorn their heads, Hdt.7.209;κοσμεῖσθαι σῶμα ὅπλοις E.Ph. 1359
; ἐν φοινικίσι κοσμησάμενοι having decked themselves, Pl.Com.208:—[voice] Pass.,χρυσῷ κοσμηθεῖσα h.Ven.65
;παῖσα δ' Ἄρῃ κεκόσμηται στέγα Alc.15.1
;ἵπποι κεκοσμημένοι ὡς κάλλιστα Hdt.7.40
; d, cf. S.Ph. 1064, Th.6.41, etc.2 metaph., adorn, embellish, ; c;τραγικὸν λῆρον Ar.Ra. 1005
; κ. ἔργον ἄριστον ib. 1027;τὸ λογικὸν ἔχεις ἐξαίρετον, τοῦτο κόσμει Arr.Epict.3.1.26
;λόγον εὐρυθμίαις Isoc.5.27
;αὑτὸν λόγοις Pl.La. 196
b, cf. 197 c;ἐπὶ τὸ μεῖζον κ. Th.1.21
; τὸν.. τὴν ἐκείνων ἀρετὴν κοσμήσοντα (in speaking) D.18.287:—[voice] Pass.,ἦθος σεμνότητι -μημένον Phld.Acad.Ind. p.52
M.3 honour, λουτροῖς σ' ἐκόσμης' S.El. 1139;κ. τάφον Id.Ant. 396
; ;κ. καὶ τιμᾶν X.Cyr.1.3.3
; of persons, adorn, be an honour to,πατρίδα Thgn.947
;νᾶσον εὐκλέα Pi.N.6.46
;Σαλαμῖνα κ. πατρίδα E.Fr.530.3
; [τὴν πόλιν] αἱ τῶνδε ἀρεταὶ ἐκόσμησαν Th.2.42
.IV [voice] Pass., to be assigned, ascribed to,ἐς τὸν Αἰγύπτιον νομὸν αὗται [αἱ πόλεις] ἐκεκοσμέατο Hdt.3.91
;ἐς Πέρσας κεκοσμέαται Id.6.41
; esp. of philosophic schools,κατὰ τὴν Ἀκαδημίαν κοσμεῖσθαι S.E.P.1.231
;οἱ κατὰ διαφόρους αἱρέσεις κοσμούμενοι Id.M.11.77
. -
13 ἐν
ἐν, poet. [full] ἐνί, [full] εἰν, [full] εἰνί (Il.8.199, etc.), forms used by [dialect] Ep. and Lyric Poets as the metre requires, but only as f.l. in Trag.,A ; : Arc. and Cypr. [full] ἰν IG5(2).3.5, al., Inscr.Cypr.135.9 H., al.0-0PREP. WITH DAT. AND ACC. Radical sense, in, into.A WITH DAT.I OF PLACE,1 in,νήσῳ ἐν ἀμφιρύτῃ Od.1.50
;ἐν δώμασ' ἐμοῖσιν Il.6.221
;ἐνὶ προθύροισιν 11.777
;κοίλῃσ' ἐνὶ νηυσί Od.2.27
; with names of cities or islands, as ἐν Ἀθήνῃς, ἐν Τροίῃ, Il.2.549, 162;ἡ ἐν Κερκύρᾳ ναυμαχία Th.1.57
;ἡ ἐν Σαλαμῖνι μάχη Isoc.5.147
(but in [dialect] Att. the Prep.is sts.omitted, as with Ἐλευσῖνι, Μαραθῶνι; where ἐν is used, it = in the district of..,ὲν Ἐλευσῖνι IG22.1028.11
, ἐμ Μαραθῶνι ib.1243.21): ἐν χερσὶν ἐμῇσι in my arms, Il.22.426;ἐνὶ θυμῷ Od.16.331
, etc.; ἐν αὑτῷ εἶναι to be in one's senses, be oneself, ἔτ' ἐν σαυτῷ (v.l. - τοῦ) ; also ἐν αὑτοῦ, cf. signf. 2.b ἐν τοῖς ἰχθύσιν in the fish-market, Antiph.125;ἐν τῷ μύρῳ Ar.Eq. 1375
; so ἐν τοῖν δυοῖν ὀβολοῖν ἐθεώρουν ἄν in the two-obol seats, D.18.28.2 elliptic, in such phrases asἐν Ἀλκινόοιο Od.7.132
, cf.Leg.Gort.2.21, etc.;εἰν Ἀΐδαο Il.22.389
, [dialect] Att. ἐν Ἅιδου (v. Ἅιδης): laterἐν τοῖς τινός PRev.Laws 38.1
(iii B. C.), Ev.Luc.2.49;ἐν ἡμετέρου Hdt.1.35
, 7.8.δ'; ἐμ Πανδίονος IG22.1138.8
; ἐν Δημοτιωνιδῶν ib.2.841b21; ἐν τῶν πόλεων ib. 12.56.14: mostly with pr.n., but sts. with Appellatives, as,ἐν ἀφνειοῦ πατρός Il.6.47
; ; ἐν παιδοτρίβου, ἐν κιθαριστοῦ, at the school of.., Ar.Nu. 973, Pl.Tht. 206a; ἐν γειτόνων (v. γείτων) ἐν αὑτοῦ ( αὑτῷ cod. Rav.) Ar.V. 642, cf. Men.Sam. 125;οὐκέτ' ἐν ἐμαυτοῦ ἦν Pl.Chrm. 155d
;ἐν ὑμῶν αὐτῶν γένεσθε Lib.Or. 35.15
.3 in, within, surrounded by,οὐρανὸς ἐν αἰθέρι καὶ νεφέλῃσι Il.15.192
; after Hom., of clothing, armour, etc.,ἐν ἐσθῆτι Hdt.2.159
;ἐν πεπλώματι S.Tr. 613
;ἐν ἔντεσι Pi.O.4.24
; ἐν ὅπλοισι in or under arms, Hdt.1.13, etc.; also of particular kinds of arms, ἐν τόξοις, ἀκοντίοις, etc., equipped with them, dub.in X.Mem.3.9.2;ἐν μαχαίρῃ PTeb. 16.14
(ii B. C.);ἐν μεγάλοις φορτίοις βαδίζειν καὶ τρέχειν X. Cyr.2.3.14
;ἐν βαθεῖ πώγωνι Luc.Salt.5
.4 on, at or by,ἐν ποταμῷ Il. 18.521
, Od.5.466;ἐν ὄρεσσιν 19.205
;οὔρεος ἐν κορυφῇς Il.2.456
;ἐν θρόνοις Od.8.422
; νευρὴ ἐν τόξῳ the string on the bow, Il.15.463;ἐν [ξίφει] ἧλοι 11.29
; κατεκλάσθη ἐνὶ καυλῷ ἔγχος was broken off at or by the shaft, 13.608; ; ἐν οἴνῳ at wine, prob. in Call.Epigr.23, Luc.Dem.Enc.15.5 in the number of, amongst, freq.in Hom., ἐν Δαναοῖσι, προμάχοισι, μέσσοισιν, νεκύεσσι, Il.1.109, 3.31, 7.384, Od. 12.383, al.;οἴη ἐν ἀθανάτοισιν Il. 1.398
; and with Verbs of ruling,ἐν δ' ἄρα τοῖσιν ἦρχ' 13.689
;ἀνδράσιν ἐν πολλοῖσι.. ἀνάσσων Od.19.110
;φῦλον ἐν ἀνθρώποισι ματαιότατον Pi.P.3.21
; ;ἐν γυναιξὶν ἄλκιμος E.Or. 754
:—for ἐν τοῖς c. [comp] Sup., V. ὁ.b in the presence of,ἐν πᾶσι Od.2.194
; ;λέγοντες ἐν τῷ δήμῳ Pl.R. 565b
;μακρηγορεῖν ἐν εἰδόσι Th.2.36
;ἔλεγον ἐν τοῖς τριάκοντα Lys.12.6
;ἐν τοῖς ὄχλοις εἰπεῖν Isoc.3.21
; λέγειν ἐν ἀνδράσιν (of a woman) Lys.32.11; of a trial, διαγωνίζεσθαι, διαδικάζεσθαι ἔν τισι, Pl.Grg. 464d, Lg. 916b; .6 in one's hands, within one's reach or power, ;δύναμις γὰρ ἐν ὑμῖν Od.10.69
(comp. the Homeric phrasesθεῶν ἐν γούνασι κεῖται Il.17.514
;ἐν γὰρ χερσὶ τέλος πολέμου 16.630
); freq. in Hdt. and [dialect] Att., ἔστιν ἔν τινι, c. inf., it depends on him to.., rests with him to..,ἔστιν ἐν σοὶ ἢ.. ἤ.. Hdt.6.109
, cf. 3.85, etc.; ;ἐν σοὶ γάρ ἐσμεν Id.OT 314
; ; ;ἐν τῷ θεῷ τὸ τέλος ἦν, οὐκ ἐμοί D.18.193
; also ἐν τούτῳ εἰσὶν πᾶσαι αἱ ἀποδείξεις depend on this, Pl.Prt. 354e; ἐν τούτῳ λύεται ἡ ἀπορία ἢ ἄλλοθι οὐδαμοῦ ib. 321e; ἔν γ' ἐμοί so far as rests with me, S.OC 153 (lyr.);ἐν δὲ σοὶ λελείψομαι E.Hipp. 324
; also ἐν ἐμοί in my judgement, S.OC 1214 (lyr.); ἐν θεοῖς καλά in the eyes of the gods, Id.Ant. 925.7 in respect of,ἐν πάντεσσ' ἔργοισι δαήμονα φῶτα Il.23.671
; ἐν γήρᾳ σύμμετρός τινι in point of age.., S. OT 1112; ἐν ἐμοὶ θρασύς in my case, towards me, Id.Aj. 1315; ἐν θανοῦσιν ὑβριστής ib. 1092; ἡ ἐν τοῖς ὅπλοις μάθησις Pl.La. 190d; also οὐδὲν δεινὸν μὴ ἐν ἐμοὶ στῇ stop with me, Id.Ap. 28b.8 in a pregnant construction with Verbs of motion, into; implying both motion to and subsequent position in a place, ἐν κονίῃσι χαμαὶ πέσεν fell [to the dust and lay] in it, Il.4.482, etc.;βάλον ἐν κονίῃσι 5.588
;νηῒ δ' ἐνὶ πρύμνῃ ἔναρα θῆκ' 10.570
;ἐν χερσὶ τιθέναι 1.441
, etc.;ἐν χερσὶ βαλεῖν 5.574
; ἐν στήθεσσι μένος βαλεῖν ib. 513;ἐν Τρωσὶν ὄρουσαν 16.258
;ἐν χερσὶ πεσέειν 6.81
;λέων ἐν βουσὶ θορών 5.161
;ἐν δ' οἶνον ἔχευεν ἐν δέπαϊ χρυσέῳ Od.20.261
;ἐν τεύχεσσιν ἔδυνον Il.23.131
: in Trag. and [dialect] Att.,ἐν ποίμναις πίτνων S.Aj. 184
(lyr.), cf. 374 (lyr.);ἐν χωρίῳ ἐμπεπτωκώς Th.7.87
; ;ἐν τόπῳ καταπεφευγέναι Pl.Sph. 260c
;ἐν ᾅδου διαπορευθείς Id.Lg. 905b
;ῥιπτοῦντες σφᾶς ἐν τῇ θαλάσσῃ Arr.An.1.19.4
; later, with Verbs of coming and going,διαβάντες ἐν τῇ Σάμῳ Paus.7.4.3
, cf. LXX To.5.5, Arr.Epict.1.11.32, etc.: τὸν ἐν Σικελίᾳ πλοῦν is f.l. in Lys. 19.43 codd.9 πίνειν ἐν ποτηρίῳ to drink from a cup, Luc.DDeor. 6.2;ἐν ἀργύρῳ πίνειν Id.Merc.Cond.26
;ἐν μικροῖς D.L.1.104
.10 ἄργυρος ἐν ἐκπώμασι silver in the form of plate, Plu.2.260a; ἐμ φέρνῃ, ἐν θέματι, as a dowry, pledge, PPetr.1p.37, PTeb.120.125 (i B. C.).11 in citations, ἐν τοῦ σκήπτρου τῇ παραδόσει in the passage of the Il. describing this, Th.1.9, cf. Pl.Tht. 147c, Phlb. 33b.II OF STATE, CONDITION or POSITION:1 of outward circumstances,ἐν πολέμῳ Od.10.553
;ἐν δαιτί Il.4.259
;ἐν καρὸς αἴσῃ 9.378
;ἐν μοίρῃ Od.22.54
;οὑμὸς ἐν φάει βίος E.Ph. 1281
; ἐν γένει εἶναί τινι to be related to.., S.OT 1016; of occupations, pursuits, ἐν φιλοσοφίᾳ εἶναι to be engaged in philosophy, Pl.Phd. 59a, cf. R. 489b; οἱ ἐν ποιήσι γενόμενοι poets, Hdt.2.82; οἱ ἐν τοῖς πράγμασι ministers of state, Th.3.28; οἱ ἐν τέλει the magistrates, Id.7.73, etc.;τοὺς ἐν ταῖς μοναρχίαις ὄντας Isoc.2.5
;ὁ ἐν ταῖς προσόδοις PPetr.1p.62
; ὁ μάντις ἦν ἐν τῇ τέχνῃ in the practice of it, S.OT 562.2 of inward states, of feeling, etc., ἐν φιλότητι, ἐν δοιῇ, Il.7.302,9.230;ἐν φόβῳ γενέσθαι Pl.R. 578e
;οὐκ ἐν αἰσχύνῃ τὰ σά E.Ph. 1276
;ἐν σιωπῇ τἀμά Id. Ion 1397
; ἐν ὀργῇ ἔχειν τινά to make him the object of one's anger, Th.2.21; ἐν ἔριδι εἶναι ibid.; ἐν αἰτίᾳ σχεῖν τινά to blame him, Hdt.5.106;ἐν αἰτίᾳ βαλεῖν S.OT 656
(lyr.); ἐν αἰτίᾳ εἶναι to have the blame, X.Mem. 2.8.9, etc.;οἱ ἐν ταῖς αἰτίαις D.Ep.2.14
.3 freq. with neut. Adj., ἐν βραχεῖ, = βραχέως, S.El. 673; ἐν τάχει, = ταχέως, Id.OT 765, etc.; ἐν καλῷ ἐστί, = καλῶς ἔχει, E.Heracl. 971; ἐν ἀσφαλεῖ [ ἐστί] Id.IT 762; ἐν εὐμαρεῖ [ ἐστί] Id.Hel. 1227;ἐν ἐλαφρῷ ποιήσασθαι Hdt.3.154
; ἐν ἴσῳ, = ἴσως, ἐν ὁμοίῳ, = ὁμοίως, Th.2.53: less freq. in pl., ἐν ἀργοῖς, = ἀργῶς, S.OT 287; ἐν κενοῖς, = κενῶς, Id.Aj. 971: with a Subst., ἐν δίκᾳ, = δικαίως, opp. παρὰ δίκαν, Pi.O.2.16, cf. S.Tr. 1069, Ar.Eq. 258, Pl.R. 475c, al.; , cf. Pl. Epin. 977b.III OF THE INSTRUMENT, MEANS or MANNER,ἐν πυρὶ πρήσαντες Il.7.429
;δῆσαι ἐνὶ δεσμῷ 5.386
, cf. Od.12.54, etc.; but in most cases the orig. sense may be traced, to put in the fire and burn, infetters and bind, etc.; soἐν πόνοις δαμέντα A.Pr. 425
(lyr.); ἔζευξα πρῶτος ἐν ζυγοῖσι κνώδαλα ib. 462;ἔργον ἐν κύβοις Ἄρης κρινεῖ Id.Th. 414
; also ἐν ὀφθαλμοῖσιν or ἐν ὄμμασιν ὁρᾶσθαι, ἰδέσθαι, to see with or before one's eyes, i.e. have the object in one's eye, Il.3.306, Od.10.385, etc.; ; alsoἐν ὠσὶ νωμῶν ὄρνιθας A.Th.25
; also ἐν λιταῖς by prayers, S.Ph.60; ἐν δόλῳ by deceit, ib. 102; ἐν λόγοις by words, A.Ch. 613 (lyr.);ἀπέκτειναν ἐν τῇ προφάσει ταύτῃ Lys.13.12
, cf. Antipho 5.59;ψαύειν ἐν κερτομίοις γλώσσαις S.Ant. 961
(lyr.); ; esp. with Verbs of showing,σημαίνειν ἐν ἱεροῖς καὶ οἰωνοῖς X.Cyr.8.7.3
; τὰ πραχθέντα.. ἐν.. ἐπιστολαῖς ἴστε ye know by letters, Th.7.11;ἐν τῇδε ῥάβδῳ πάντα ποιήσεις Ezek.Exag. 132
, cf. PMag.Osl.1.108.2 of a personal instrument,ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια Ev.Matt.9.34
.IV OF TIME,ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ Il.16.643
;ἐν νυκτί Hdt.6.69
, X. Smp.1.9;ἐν χρόνῳ μακρῷ S.Ph. 235
, OC88; ἐν τούτῳ (sc. τῷ χρόνῶ) in this space of time, Hdt.1.126, etc.; ἐν ᾧ (sc. χρόνῳ) during the time that, S.Tr. 929, etc. (also );ἐν ὅσῳ Th.3.28
; ἐν ταῖς σπονδαῖς in the time of the truce, X.An.3.1.1;ἐν τῇ ἑορτῇ Th.7.73
(but in some phrases the ἐν is omitted, as μυστηρίοις in the course of the mysteries, Ar.Pl. 1013; τραγῳδοῖς at the performance of.., Aeschin.3.36).b ἐν ἄρχοντι Μητροδώρῳ during the archonship of M., IG7.1773 (Thebes, ii A. D.); ἐν ἄρχοντι Σύλλᾳ ib.3.113.2 in, within,ἐν ἡμέρῃ Hdt.1.126
;ἐν ἔτεσι πεντήκοντα Th.1.118
;ἐν τρισὶ μησί X.HG1.1.37
, etc.; μυρίαις ἐν ἁμέραις in, i.e. after, countless days, E.Ph. 305 (lyr.);ἐν ἡμέραις πολλαῖς νοσῆσαι Procop.Arc.9.35
.V OF NUMBERS generally, ἐν δυσὶ σταδίοις within two stadia, D.S.20.74, cf. 19.39, dub. in Th.6.1.2 with gen. of price,ἐν δύο ταλάντων LXX 3 Ki.16.24
.B WITH Acc., into, on, for, Arc.ἰν, νόμος ἰν ἄματα πάντα IG5
(2).5; γράψαι ἐν χάλκωμα ib.511; ἐν πελτοφόρας ἀπεγράψατο ib.7.210 ([place name] Aegosthenae), etc.; also poet.,ἐν πάντα νόμον Pi.P.2.86
.C WITHOUT CASE, AS ADVERB, in the phrase ἐν δέ..,2 and among them, Il.2.588, etc.; in Hdt., mostly ἐν δὲ δή .. 3.39, 5.95; orἐν δὲ καί.. 2.43
, 172, 176.3 and besides, moreover (not in [dialect] Att. Prose), S.Aj. 675, OT 181 (lyr.), al.;ἐν δ' ὑπέρας τε κάλους τε πόδας τ' ἐνέδησεν ἐν αὐτῇ Od.5.260
.4 ἔνι, = ἔνεστι, ἔνεισι, Il.20.248, etc.D POSITION: ἐν freq. stands between its Subst. and the Adj. agreeing therewith, Il.22.61, B.5.41, etc.: without an Adj.,τῷ δ' ἐν ἐρινεός ἐστι μέγας Od.12.103
: most freq. in Hom. in the form ἐνί, which is then written by anastrophe ἔνι, Il.7.221, Od.5.57; in Pi. between Subst. and gen.,χόρτοις ἐν λέοντος O.13.44
, al.--One or more independent words sts. come between the Prep. and its dat., as in Od.11.115; also in Prose, Hdt.6.69.E IN COMPOS.,I with Verbs, the Prep. mostly retains its sense of being in or at a place, etc., c. dat., or folld. by εἰς.. , or ἐν..: in such forms as ἐνορᾶν τινί τι, in translating, we resolve the compd., to remark a thing in one.b also, at a person, ἐγγελᾶν, ἐνυβρίζειν τινί.2 with Adjs., it expressesa a modified degree, as in ἔμπηλος, ἔμπικρος, ἔνσιμος, rather...b the possession of a quality, as in ἔναιμος with blood in it, ἐνάκανθος thorny: ἔμφωνος with a voice: ἔννομος in accordance with law, etc.II ἐν becomes ἐμ- before the labials β μ π φ ψ; ἐγ- before the gutturals γ κ ξ Χ; ἐλ- before λ; ἐρ- before ρ; rarely ἐς- before ς; but Inscrr. and Papyri often preserve ἐν- in all these cases.
Перевод: со всех языков на все языки
со всех языков на все языки- Со всех языков на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский